ἐριούνης: Difference between revisions

From LSJ

Ἡ δὲ Σελήνη γενομένη μὲν ἐκ τῆς ἀντανακλάσεως τοῦ ἡλιακοῦ φωτὸς → the moon having been made from the reflection of sunlight (Vettius Valens, Anthologies 1.14)

Source
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
m (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2")
Line 15: Line 15:
{{bailly
{{bailly
|btext=ου (ὁ),<br />c. [[ἐριούνιος]], le bienfaisant (Hermès), IL. 20.34, OD. 8.322.<br />'''Étymologie:''' ἐρι-, [[ὀνίνημι]].
|btext=ου (ὁ),<br />c. [[ἐριούνιος]], le bienfaisant (Hermès), IL. 20.34, OD. 8.322.<br />'''Étymologie:''' ἐρι-, [[ὀνίνημι]].
}}
{{elru
|elrutext='''ἐριούνης:''' ὁ Hom. = [[ἐριούνιος]].
}}
}}
{{ls
{{ls
Line 24: Line 27:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἐριούνης:''' και [[ἐρι-]][[ούνιος]], ὁ, Ομηρ. επίθ. του Ερμή (πιθ. από τα [[ἐρι-]], [[ὀνίνημι]]), αυτός που ωφελεί [[πάρα]] [[πολύ]], [[πρόξενος]] ευτυχίας, αυτός που φέρνει [[τύχη]], σε Ομήρ. Ιλ.
|lsmtext='''ἐριούνης:''' και [[ἐρι-]][[ούνιος]], ὁ, Ομηρ. επίθ. του Ερμή (πιθ. από τα [[ἐρι-]], [[ὀνίνημι]]), αυτός που ωφελεί [[πάρα]] [[πολύ]], [[πρόξενος]] ευτυχίας, αυτός που φέρνει [[τύχη]], σε Ομήρ. Ιλ.
}}
{{elru
|elrutext='''ἐριούνης:''' ὁ Hom. = [[ἐριούνιος]].
}}
}}
{{etym
{{etym

Revision as of 19:55, 3 October 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐριούνης Medium diacritics: ἐριούνης Low diacritics: εριούνης Capitals: ΕΡΙΟΥΝΗΣ
Transliteration A: erioúnēs Transliteration B: eriounēs Transliteration C: erioynis Beta Code: e)riou/nhs

English (LSJ)

ὁ, v. sq.

German (Pape)

[Seite 1030] ὁ, = Folgdm, Il. 20, 34 Od. 8, 322.

French (Bailly abrégé)

ου (ὁ),
c. ἐριούνιος, le bienfaisant (Hermès), IL. 20.34, OD. 8.322.
Étymologie: ἐρι-, ὀνίνημι.

Russian (Dvoretsky)

ἐριούνης: ὁ Hom. = ἐριούνιος.

Greek (Liddell-Scott)

ἐριούνης: ὁ, ἴδε τὸ ἐπόμ.

English (Autenrieth)

and ἐριούνιος (ὀνίνημι): helpful, the Helper, epithet of Hermes; subst., Il. 24.440.

Greek Monotonic

ἐριούνης: και ἐρι-ούνιος, ὁ, Ομηρ. επίθ. του Ερμή (πιθ. από τα ἐρι-, ὀνίνημι), αυτός που ωφελεί πάρα πολύ, πρόξενος ευτυχίας, αυτός που φέρνει τύχη, σε Ομήρ. Ιλ.

Frisk Etymological English

Grammatical information: adj.
Meaning: of Hermes (Υ 34, θ 322), late of θεοί (Ant. Lib. 25, 2), νόος (Orph. L. 199).
Other forms: ἐριούνιος (Il., h. Merc., Ar. Ra. 1144)
Origin: XX [etym. unknown]
Etymology: The old scholars saw wrongly two simplicia: οὔνης κλέπτης, οὔνιος [[[εὖνις]],] δρομεύς, κλέπτης H.; cf. Leumann Hom. Wörter 123. Better seem the glosses οὖνον [[[ὑγιές]].] Κύπριοι δρόμον and οὔνει (for οὔνη?) δεῦρο, δράμε. Ἀρκάδες. Here further the Cypr. PN Φιλουνίου (gen.), cf. Φιλόδρομος. Ἐρι-ούνης, -ούνιος then the quick messenger of the gods? Thus (after Bergk Philol. 11, 384) with new argumentation Latte Glotta 34, 192ff; doubted by Masson, ICS 256 n. 1.- Several wrong proposals in Bq s. v. (s. also Add. et corr.); wrong also Pisani KZ 72, 216. Also Ruijgh, Élém. ach. 136, 142.

Middle Liddell

[prob. from ἐρι-, ὀνίνημι
Homeric epithet of Hermes the ready helper, luckbringer, Il.

Frisk Etymology German

ἐριούνης: (Υ 34, θ 322),
{erioúnēs}
Forms: ἐριούνιος (Il., h. Merc., Ar. Ra. 1144)
Meaning: Beiwort des Hermes, spät auf θεοί (Ant. Lib. 25, 2), νόος (Orph. L. 199) übertragen.
Etymology: Die alten Grammatiker und Lexikographen haben daraus mit Beziehung auf verschiedene Eigenschaften des Hermes zwei Simplizia fälschlich erschlossen: οὔνης· κλέπτης, οὔνιος· εὖνις, δρομεύς, κλέπτης H.; vgl. Leumann Hom. Wörter 123. Bessere Gewähr haben die Glossen οὖνον· [ὑγιές.] Κύπριοι δρόμον und οὔνει (für οὔνη?)· δεῦρο, δράμε. Ἀρκάδες. Hinzu kommt der kypr. EN Φιλουνίου (Gen.), vgl. Φιλόδρομος. Ἐριούνης, -ούνιος somit der schnelle Götterbote? So (nach Bergk Philol. 11, 384) mit neuer Begründung Latte Glotta 34, 192ff. — Mehrere verfehlte Vorschläge bei Bq s. v. (s. auch Add. et corr.); abzulehnen ebenfalls Pisani KZ 72, 216.
Page 1,559