ὀρθόπολις: Difference between revisions
ὁ νόμος βούλεται μὲν εὑεργετεῖν βίον ἀνθρώπων (Democritus) → Law is meant to benefit human life
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1") |
m (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2") |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{bailly | {{bailly | ||
|btext=εως (ὁ, ἡ)<br />qui dirige sagement la Cité.<br />'''Étymologie:''' [[ὀρθός]], [[πόλις]]. | |btext=εως (ὁ, ἡ)<br />qui dirige sagement la Cité.<br />'''Étymologie:''' [[ὀρθός]], [[πόλις]]. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''ὀρθόπολις:''' εως adj. правящий государством или городом Pind. | |||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
Line 27: | Line 30: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''ὀρθόπολις:''' -εως, ὁ, ἡ, αυτός που ανορθώνει, που σώζει την πόλη, σε Πίνδ. | |lsmtext='''ὀρθόπολις:''' -εως, ὁ, ἡ, αυτός που ανορθώνει, που σώζει την πόλη, σε Πίνδ. | ||
}} | }} | ||
{{mdlsj | {{mdlsj | ||
|mdlsjtxt=ὀρθό-πολις, εως,<br />upholding the [[city]], Pind. | |mdlsjtxt=ὀρθό-πολις, εως,<br />upholding the [[city]], Pind. | ||
}} | }} |
Revision as of 21:40, 3 October 2022
English (LSJ)
εως, ὁ, ἡ, upholding the city, Pi.O.2.7, BCH23.302 (Termessus).
German (Pape)
[Seite 375] Städte aufrecht erhaltend, lenkend, Pind. Ol. 2, 8.
French (Bailly abrégé)
εως (ὁ, ἡ)
qui dirige sagement la Cité.
Étymologie: ὀρθός, πόλις.
Russian (Dvoretsky)
ὀρθόπολις: εως adj. правящий государством или городом Pind.
Greek (Liddell-Scott)
ὀρθόπολις: -εως, ὁ, ἡ, ὁ τῇ ἑαυτοῦ δικαιοσύνῃ ὀρθῶν καὶ σῴζων τὰς πόλεις, Πινδ. Ο. 2. 14, πρβλ. ἐρυσίπολις, σῳζόπολις.
English (Slater)
ὀρθόπολις m. adj., who makes the city secure (cf. Williger, Sprachl. Unters., 11̆{3}) Θήρωνα εὐωνύμων πατέρων ἄωτον ὀρθόπολιν (O. 2.7)
Greek Monolingual
ὀρθόπολις, ὁ, ἡ (Α)
αυτός που ανορθώνει και διασώζει τις πόλεις με τη δικαιοσύνη του, αυτός που διοικεί ορθά και δίκαια την πόλη.
Greek Monotonic
ὀρθόπολις: -εως, ὁ, ἡ, αυτός που ανορθώνει, που σώζει την πόλη, σε Πίνδ.
Middle Liddell
ὀρθό-πολις, εως,
upholding the city, Pind.