βάσιμος: Difference between revisions
κρῖναι δὲ λόγῳ πολύδηριν ἔλεγχον ἐξ ἐμέθεν ῥηθέντα → judge by reason the too much contested argument which has been given by me
mNo edit summary |
mNo edit summary |
||
Line 11: | Line 11: | ||
}} | }} | ||
{{DGE | {{DGE | ||
|dgtxt=-ον<br /><b class="num">I</b> <b class="num">1</b>de lugares [[accesible]], [[practicable]] Tim.15.57, ὁδοὶ πᾶσαι Ph.1.297, γῆ <i>Sitz.Wien</i>.265(1).1969.14.100 (Lidia I d.C.), πεδιάς Aristid.Quint.59.13, χῶρος Aristid.<i>Or</i>.39.6, τόποι S.E.<i>M</i>.1.78, τὸ ἄδυτον Clem.Al.<i>Strom</i>.5.6.34<br /><b class="num">•</b>c. dat. γῆ καὶ θάλασσα ... ἀνθρώποις I.<i>AI</i> 3.123, τόπος ... ἀνθρώπῳ D.S.5.44, πέτρα ... τοῖς πτηνοῖς Polyaen.4.3.29, ref. a Atenas ποῖος γὰρ τόπος τοῖς ξένοις β. εἰς παιδείαν; D.S.13.27<br /><b class="num">•</b>subst. τὸ | |dgtxt=-ον<br /><b class="num">I</b> <b class="num">1</b>de lugares [[accesible]], [[practicable]] Tim.15.57, ὁδοὶ πᾶσαι Ph.1.297, γῆ <i>Sitz.Wien</i>.265(1).1969.14.100 (Lidia I d.C.), πεδιάς Aristid.Quint.59.13, χῶρος Aristid.<i>Or</i>.39.6, τόποι S.E.<i>M</i>.1.78, τὸ ἄδυτον Clem.Al.<i>Strom</i>.5.6.34<br /><b class="num">•</b>c. dat. γῆ καὶ θάλασσα ... ἀνθρώποις I.<i>AI</i> 3.123, τόπος ... ἀνθρώπῳ D.S.5.44, πέτρα ... τοῖς πτηνοῖς Polyaen.4.3.29, ref. a Atenas ποῖος γὰρ τόπος τοῖς ξένοις β. εἰς παιδείαν; D.S.13.27<br /><b class="num">•</b>subst. [[τὸ βάσιμον]] = [[practicabilidad]] de un terreno, Hld.2.3.2.<br /><b class="num">2</b> fig., de abstr. [[viable]], [[posible]] c. dat. τούτῳ δ' οὐδέν'... τῶν τόπων ... βάσιμον ref. al τόπος ret., D.25.76, cf. Eun.<i>VS</i> 489, πάντα γὰρ τῇ συνέσει βάσιμα D.S.23.15.10, ἔρωτι δὲ [[ἄρα]] πάντα βάσιμα Longus 3.5.4, βάσιμον ἱστορίᾳ ... χρόνον época viable para una investigación histórica</i> Plu.<i>Thes</i>.1, αὐτῇ τὸ χρῆμα ref. al embarazo de Sara, Cyr.Al.M.72.113C, βάσιμον τῷ εὐδαίμονι τὸ μακάριον Eustr.<i>in EN</i> 98.3.<br /><b class="num">II</b> [[firme]], [[seguro]], [[estable]] Hsch. | ||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape |
Revision as of 08:39, 27 October 2022
English (LSJ)
[ᾰ], ον, (βαίνω) A passable, accessible, D.S.5.44,al. (dub. sens. in Tim.Pers.65); τόποι S.E.M.1.78: metaph. of a rhetorical τόπος, D.25.76, cf. D.S.23.15, al.; χρόνος ἱστορίᾳ β. Plu.Thes.1. II fixed, stable, Eustr. in EN98.3.
Spanish (DGE)
-ον
I 1de lugares accesible, practicable Tim.15.57, ὁδοὶ πᾶσαι Ph.1.297, γῆ Sitz.Wien.265(1).1969.14.100 (Lidia I d.C.), πεδιάς Aristid.Quint.59.13, χῶρος Aristid.Or.39.6, τόποι S.E.M.1.78, τὸ ἄδυτον Clem.Al.Strom.5.6.34
•c. dat. γῆ καὶ θάλασσα ... ἀνθρώποις I.AI 3.123, τόπος ... ἀνθρώπῳ D.S.5.44, πέτρα ... τοῖς πτηνοῖς Polyaen.4.3.29, ref. a Atenas ποῖος γὰρ τόπος τοῖς ξένοις β. εἰς παιδείαν; D.S.13.27
•subst. τὸ βάσιμον = practicabilidad de un terreno, Hld.2.3.2.
2 fig., de abstr. viable, posible c. dat. τούτῳ δ' οὐδέν'... τῶν τόπων ... βάσιμον ref. al τόπος ret., D.25.76, cf. Eun.VS 489, πάντα γὰρ τῇ συνέσει βάσιμα D.S.23.15.10, ἔρωτι δὲ ἄρα πάντα βάσιμα Longus 3.5.4, βάσιμον ἱστορίᾳ ... χρόνον época viable para una investigación histórica Plu.Thes.1, αὐτῇ τὸ χρῆμα ref. al embarazo de Sara, Cyr.Al.M.72.113C, βάσιμον τῷ εὐδαίμονι τὸ μακάριον Eustr.in EN 98.3.
II firme, seguro, estable Hsch.
German (Pape)
[Seite 437] gangbar, zugänglich, wo man fest fußen kann, τόπος τινί Dem. 25, 76; χρόνος ἱστορίᾳ β. Plut. Thes. 1.
French (Bailly abrégé)
ος, ον :
où l'on peut marcher, accessible.
Étymologie: βαίνω.
Dutch (Woordenboekgrieks.nl)
βάσιμος -ον βάσις begaanbaar, toegankelijk.
Russian (Dvoretsky)
βάσῐμος: (ᾰ) проходимый, доступный (τόποι Dem., Plut., Diod.; β. ἱστορία χρόνος Plut.).
Greek (Liddell-Scott)
βάσιμος: [ᾰ], -ον, (βαίνω) ὃν δύναταί τις νὰ διαβῇ, βατός, προσιτός, Δημ. 763. 5· χρόνος ἱστορίᾳ βας. Πλούτ. Θησ. 1.
Greek Monotonic
βάσῐμος: [ᾰ], -ον (βαίνω), προσβάσιμος, προσιτός, σε Δημ., Πλούτ.
Middle Liddell
βαίνω
passable, accessible, Dem., Plut.