περιτορνεύω: Difference between revisions

From LSJ

εἰ ἀποκρυπτόντων τῶν Μήδων τὸν ἥλιον ὑπὸ σκιῇ ἔσοιτο πρὸς αὐτοὺς ἡ μάχη καὶ οὐκ ἐν ἡλίῳ → if the Medes hid the sun, the battle would be to them in the shade and not in the sun

Source
mNo edit summary
m (LSJ1 replacement)
 
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=peritorneyo
|Transliteration C=peritorneyo
|Beta Code=peritorneu/w
|Beta Code=peritorneu/w
|Definition=[[turn as in a lathe]], <b class="b3">περὶ… τὸν ἐγκέφαλον… σφαῖραν περιετόρνευσεν ὀστεΐνην</b> he [[frame]]d a [[globe]] round it, <span class="bibl">Pl.<span class="title">Ti.</span>73e</span>; <b class="b3">θνητὸν σῶμα [τῇ ψυχῇ] π</b>. ib.<span class="bibl">69c</span>: metaph. in Pass., [[περιτορνεύομαι]] = to [[be well-turned]], of style, <span class="bibl">D.H.<span class="title">Dem.</span>21</span>.
|Definition=[[turn as in a lathe]], <b class="b3">περὶ… τὸν ἐγκέφαλον… σφαῖραν περιετόρνευσεν ὀστεΐνην</b> he [[frame]]d a [[globe]] round it, Pl.''Ti.''73e; <b class="b3">θνητὸν σῶμα [τῇ ψυχῇ] π.</b> ib.69c: metaph. in Pass., [[περιτορνεύομαι]] = to [[be well-turned]], of style, D.H.''Dem.''21.
}}
}}
{{pape
{{pape

Latest revision as of 10:41, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: περιτορνεύω Medium diacritics: περιτορνεύω Low diacritics: περιτορνεύω Capitals: ΠΕΡΙΤΟΡΝΕΥΩ
Transliteration A: peritorneúō Transliteration B: peritorneuō Transliteration C: peritorneyo Beta Code: peritorneu/w

English (LSJ)

turn as in a lathe, περὶ… τὸν ἐγκέφαλον… σφαῖραν περιετόρνευσεν ὀστεΐνην he framed a globe round it, Pl.Ti.73e; θνητὸν σῶμα [τῇ ψυχῇ] π. ib.69c: metaph. in Pass., περιτορνεύομαι = to be well-turned, of style, D.H.Dem.21.

German (Pape)

[Seite 597] ringsum runden, rund drechseln, Plat. Tim. 69 c, vgl. 73 e.

Russian (Dvoretsky)

περιτορνεύω: обтачивать, вытачивать (σφαῖραν ὀστεΐνην Plat.).

Greek (Liddell-Scott)

περιτορνεύω: περί... τὸν ἐγκέφαλον… σφαῖραν περιετόρνευσεν ὀστεΐνην, ἐσχημάτισεν ὡς διὰ τόρνου σφαῖραν ὀστεΐνην πέριξ αὐτοῦ, Πλάτ. Τίμ. 73Ε, πρβλ. 69C.

Greek Monolingual

και περιτορεύω ΝΑ
1. τορνεύω κάτι γύρω γύρω, καθιστώ κάτι στρογγυλό χρησιμοποιώντας τον τόρνο
2. φιλοτεχνώ, κατασκευάζω προσεκτικά γύρω από κάτι («θνητὸν σῶμα αὐτῇ περιετόρνευσαν», Πλάτ.)
3. καθιστώ περίτεχνο κάτι
4. (η μτχ. παρακμ. ως επίθ.) περιτετορευμένος, -η, -ο
περίκομψος, περίτεχνος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < περι- + τορ(ν)εύω (< τόρνος)].

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

περι-τορνεύω rondom... draaien:. περὶ... τὸν ἐγκέφαλον... σφαῖραν περιετόρνευσεν ὀστεΐνην rond de hersenen fabriceerde hij een bol van bot Plat. Tim. 73e.