διολκή: Difference between revisions
Ποιητὴς, ὁπόταν ἐν τῷ τρίποδι τῆς Μούσης καθίζηται, τότε οὐκ ἔμφρων ἐστίν → Whenever a poet is seated on the Muses' tripod, he is not in his senses
m (pape replacement) |
m (Text replacement - "(?s)({{elru\n\|elrutext.*}}\n)({{.*}}\n)({{pape.*}})" to "$3 $1$2") |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{DGE | {{DGE | ||
|dgtxt=-ῆς, ἡ<br /><b class="num">1</b> [[movimiento]] διολκὴν εἰς τἀν αντία γίνεσθαι ἀπ' ἐναντίων Phld.<i>Mus</i>.p.78v.K., πρὸς τὰ ἐναντία δ. τῶν στοιχείων Basil.<i>Hex</i>.1.11.<br /><b class="num">2</b> [[extracción]] τοῦ ἐμβρύου Sor.141.1.<br /><b class="num">3</b> [[retraso]], [[demora]] ἵνα ... ἀπὸ τοῦ νῦν μηδεμία πρόφασις ... διολκῆς καταλείπηται <i>PFam.Teb</i>.24.93 (II d.C.), ἡ γὰρ δ. γέγονεν ἐν τῷ ... <i>PMich</i>.486.8 (II d.C.).<br /><b class="num">4</b> fig. [[diversidad de interpretación]], [[posibilidad de discusión]] τὸ πρόδηλον ... οὐδεμίαν διολκὴν ἐπιδέχεται S.E.<i>M</i>.8.322, πολλὴν δὲ ἔχει τὰ ζητούμενα πράγματα διολκήν Origenes <i>Cels</i>.3.12, c. gen. τῶν δογμάτων Numen.24.64. | |dgtxt=-ῆς, ἡ<br /><b class="num">1</b> [[movimiento]] διολκὴν εἰς τἀν αντία γίνεσθαι ἀπ' ἐναντίων Phld.<i>Mus</i>.p.78v.K., πρὸς τὰ ἐναντία δ. τῶν στοιχείων Basil.<i>Hex</i>.1.11.<br /><b class="num">2</b> [[extracción]] τοῦ ἐμβρύου Sor.141.1.<br /><b class="num">3</b> [[retraso]], [[demora]] ἵνα ... ἀπὸ τοῦ νῦν μηδεμία πρόφασις ... διολκῆς καταλείπηται <i>PFam.Teb</i>.24.93 (II d.C.), ἡ γὰρ δ. γέγονεν ἐν τῷ ... <i>PMich</i>.486.8 (II d.C.).<br /><b class="num">4</b> fig. [[diversidad de interpretación]], [[posibilidad de discusión]] τὸ πρόδηλον ... οὐδεμίαν διολκὴν ἐπιδέχεται S.E.<i>M</i>.8.322, πολλὴν δὲ ἔχει τὰ ζητούμενα πράγματα διολκήν Origenes <i>Cels</i>.3.12, c. gen. τῶν δογμάτων Numen.24.64. | ||
}} | |||
{{pape | |||
|ptext=ἡ, <i>das [[Durchziehen]]</i>, bes. <i>[[Verdrehen]] eines Satzes</i>, Sext.Emp. <i>adv.Math</i>. 8.322. | |||
}} | }} | ||
{{elru | {{elru | ||
Line 21: | Line 24: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[διολκή]], η (Α) [[ολκή]]<br />[[διχογνωμία]]. | |mltxt=[[διολκή]], η (Α) [[ολκή]]<br />[[διχογνωμία]]. | ||
}} | }} |
Revision as of 12:32, 30 November 2022
English (LSJ)
ἡ, (διέλκω) A drawing away, διολκὴν εἰς τἀναντία γίνεσθαι Phld.Mus.p.35 K.; extraction of the foetus, Sor.2.62 (pl.). II diversity of opinion, S.E.M.8.322, Numen. ap. Eus.PE14.5.
Spanish (DGE)
-ῆς, ἡ
1 movimiento διολκὴν εἰς τἀν αντία γίνεσθαι ἀπ' ἐναντίων Phld.Mus.p.78v.K., πρὸς τὰ ἐναντία δ. τῶν στοιχείων Basil.Hex.1.11.
2 extracción τοῦ ἐμβρύου Sor.141.1.
3 retraso, demora ἵνα ... ἀπὸ τοῦ νῦν μηδεμία πρόφασις ... διολκῆς καταλείπηται PFam.Teb.24.93 (II d.C.), ἡ γὰρ δ. γέγονεν ἐν τῷ ... PMich.486.8 (II d.C.).
4 fig. diversidad de interpretación, posibilidad de discusión τὸ πρόδηλον ... οὐδεμίαν διολκὴν ἐπιδέχεται S.E.M.8.322, πολλὴν δὲ ἔχει τὰ ζητούμενα πράγματα διολκήν Origenes Cels.3.12, c. gen. τῶν δογμάτων Numen.24.64.
German (Pape)
ἡ, das Durchziehen, bes. Verdrehen eines Satzes, Sext.Emp. adv.Math. 8.322.
Russian (Dvoretsky)
διολκή: ἡ досл. расхождение, разброд, перен. недоумение (εἰς διολκὴν πίπτειν Sext.).
Greek (Liddell-Scott)
διολκή: ἡ, (διέλκω) διαφορὰ γνώμης, διχογνωμία, Σέξτ. Ἐμπ. Μ. 8. 322.
Greek Monolingual
διολκή, η (Α) ολκή
διχογνωμία.