καλλίθυτος: Difference between revisions

From LSJ

ἔνθα οὐκ ἔστι πόνος, οὐ λύπη, οὐ στεναγμός, ἀλλὰ ζωὴ ἀτελεύτητοςwhere there is no pain, no sorrow, no sighing, but life everlasting

Source
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)\[\[πρβλ\]\]\. \[\[((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(\]\]-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>), (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)\]" to "πρβλ. $1$3, $6$8)")
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)ΕΤΥΜΟΛ\.(.*?)\]\]\)\. }}" to "ΕΤΥΜΟΛ.$1]]]. }}")
Line 17: Line 17:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=[[καλλίθυτος]], -ον (Α)<br />αυτός που θυσιάστηκε με καλούς οιωνούς.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>καλλ</i>(<i>ι</i>)- <span style="color: red;">+</span> -<i>θυτος</i> (<span style="color: red;"><</span> <i>θύω</i>), [[πρβλ]]. [[κακόθυτος]], [[πρωτόθυτος]]).
|mltxt=[[καλλίθυτος]], -ον (Α)<br />αυτός που θυσιάστηκε με καλούς οιωνούς.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>καλλ</i>(<i>ι</i>)- <span style="color: red;">+</span> -<i>θυτος</i> (<span style="color: red;"><</span> <i>θύω</i>), [[πρβλ]]. [[κακόθυτος]], [[πρωτόθυτος]]].
}}
}}

Revision as of 13:23, 10 May 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: καλλίθῠτος Medium diacritics: καλλίθυτος Low diacritics: καλλίθυτος Capitals: ΚΑΛΛΙΘΥΤΟΣ
Transliteration A: kallíthytos Transliteration B: kallithytos Transliteration C: kallithytos Beta Code: kalli/qutos

English (LSJ)

ον, offered auspiciously, αἶγες Epigr.Gr.872 (Patmos).

German (Pape)

[Seite 1309] glücklich geopfert; βωμός, Altar, auf dem schöne Opfer dargebracht werden.

Greek (Liddell-Scott)

καλλίθῠτος: -ον, ὁ εὐοιώνως θυσιασθείς, αἶγες Ἑλλ. Ἐπιγρ. 872.

Greek Monolingual

καλλίθυτος, -ον (Α)
αυτός που θυσιάστηκε με καλούς οιωνούς.
[ΕΤΥΜΟΛ. < καλλ(ι)- + -θυτος (< θύω), πρβλ. κακόθυτος, πρωτόθυτος].