ἁγής: Difference between revisions
From LSJ
κείνους δὲ κλαίω ξυμφορᾷ κεχρημένους (Euripides' Medea 347) → I weep for those who have suffered disaster
(b) |
(6_3) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0013.png Seite 13]] ές (ἅγος), Hippon. frg. 4, verbrecherisch. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0013.png Seite 13]] ές (ἅγος), Hippon. frg. 4, verbrecherisch. | ||
}} | |||
{{ls | |||
|lstext='''ἁγής''': [ᾱ], ές, (ἅγος), [[ἔνοχος]], ἐπικατάρατος, [[μιαρός]], Ἱππῶναξ, 11. ΙΙ. [[ὡσαύτως]] ἐπὶ καλῆς σημασ. = εὐαγής, [[λαμπρός]], [[καθαρός]], ἁγέα κύκλον, Ἐμπεδ. παρ’ Α. Β. 337, πρβλ. Näke Χοιρ. 179, κἑξ.· ἢ [[ἴσως]] [[περιηγητής]], [[στρογγύλος]], [[περιφερής]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 11:05, 5 August 2017
English (LSJ)
[ᾱ], ές,
A guilty, accursed, dub. in Hippon.11. II in good sense, pure, holy, of the sun, ἁγέα κύκλον Emp.47.
German (Pape)
[Seite 13] ές (ἅγος), Hippon. frg. 4, verbrecherisch.
Greek (Liddell-Scott)
ἁγής: [ᾱ], ές, (ἅγος), ἔνοχος, ἐπικατάρατος, μιαρός, Ἱππῶναξ, 11. ΙΙ. ὡσαύτως ἐπὶ καλῆς σημασ. = εὐαγής, λαμπρός, καθαρός, ἁγέα κύκλον, Ἐμπεδ. παρ’ Α. Β. 337, πρβλ. Näke Χοιρ. 179, κἑξ.· ἢ ἴσως περιηγητής, στρογγύλος, περιφερής.