φλογιά: Difference between revisions
From LSJ
τούτων γάρ ἑκάτερον κοινῷ ὀνόματι προσαγορεύεται ζῷον, καί ὁ λόγος δέ τῆς οὐσίας ὁ αὐτός → and these are univocally so named, inasmuch as not only the name, but also the definition, is the same in both cases (Aristotle, Categoriae 1a8-10)
(6_11) |
(45) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''φλογιά''': ἡ, ποιητ. ἀντὶ [[φλόξ]], Νικ. Θηρ. 54, Ἀλεξ. 393, 534, 599. | |lstext='''φλογιά''': ἡ, ποιητ. ἀντὶ [[φλόξ]], Νικ. Θηρ. 54, Ἀλεξ. 393, 534, 599. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=και ιων. τ. φλογιή, ἡ, Α<br />(<b>ποιητ. τ.</b>) [[φλόγα]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[φλόξ]], [[φλογός]] <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>ιά</i> / -<i>ιή</i> (<b>πρβλ.</b> <i>τροχ</i>-<i>ιά</i>). Ο τ. [[καθώς]] και ορισμένα άλλα παρ. (<b>πρβλ.</b> [[φλόγινος]], [[φλογίς]]) οδηγούν πιθ. σε μια [[μορφή]] θ. <i>φλογ</i>-<i>ι</i>-]. | |||
}} | }} |
Revision as of 12:52, 29 September 2017
English (LSJ)
ἡ, Ion. φλογ-ιή, poet. for φλόξ, Nic.Th.54, Al.393,534,586.
German (Pape)
[Seite 1292] ἡ, poet. = φλόξ, Nic. Al. 392 Th. 54, öfter.
Greek (Liddell-Scott)
φλογιά: ἡ, ποιητ. ἀντὶ φλόξ, Νικ. Θηρ. 54, Ἀλεξ. 393, 534, 599.
Greek Monolingual
και ιων. τ. φλογιή, ἡ, Α
(ποιητ. τ.) φλόγα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < φλόξ, φλογός + κατάλ. -ιά / -ιή (πρβλ. τροχ-ιά). Ο τ. καθώς και ορισμένα άλλα παρ. (πρβλ. φλόγινος, φλογίς) οδηγούν πιθ. σε μια μορφή θ. φλογ-ι-].