μοιροθεσία: Difference between revisions
From LSJ
μοχθεῖν τε βροτοῖσ(ιν) άνάγκη → and you mortals must endure trouble (Euripides' Hippolytus 208)
(6_9) |
(25) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''μοιροθεσία''': ἡ, ([[μοῖρα]] Ι. 5) ὁ καθορισμὸς τῶν μοιρῶν, Πρόκλ. Παράφρ. 187. | |lstext='''μοιροθεσία''': ἡ, ([[μοῖρα]] Ι. 5) ὁ καθορισμὸς τῶν μοιρῶν, Πρόκλ. Παράφρ. 187. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=[[μοιροθεσία]], ἡ (Α)<br />[[προσδιορισμός]] τών γεωγραφικών μοιρών.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[μοῖρα]] <span style="color: red;">+</span> -<i>θεσία</i> (<span style="color: red;"><</span> [[θέτης]] <span style="color: red;"><</span> [[τίθημι]]), <b>[[πρβλ]].</b> <i>νομο</i>-<i>θεσία</i>, <i>υιο</i>-<i>θεσία</i>]. | |||
}} | }} |
Revision as of 07:39, 29 September 2017
English (LSJ)
ἡ, (
A μοῖρα 1.5) determination of degrees, Ptol.Tetr.131, Heph.Astr.2.11.
German (Pape)
[Seite 198] ἡ, Gradbestimmung, Procl.
Greek (Liddell-Scott)
μοιροθεσία: ἡ, (μοῖρα Ι. 5) ὁ καθορισμὸς τῶν μοιρῶν, Πρόκλ. Παράφρ. 187.
Greek Monolingual
μοιροθεσία, ἡ (Α)
προσδιορισμός τών γεωγραφικών μοιρών.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μοῖρα + -θεσία (< θέτης < τίθημι), πρβλ. νομο-θεσία, υιο-θεσία].