ἄγε: Difference between revisions
ἀσκεῖν περὶ τὰ νοσήματα δύο, ὠφελεῖν ἢ μὴ βλάπτειν → strive, with regard to diseases, for two things — to do good, or to do no harm | as to diseases, make a habit of two things — to help, or at least, to do no harm
(6_4) |
(Bailly1_1) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἄγε''': ἄγετε, κυρ. προστακτ. τοῦ ἄγω, ἀλλ’ ἐν χρήσει ὡς ἐπίρρ., [[ὥσπερ]] τὸ [[φέρε]], ἐμπρός! λοιπόν! Λατ. age, παρ’ Ὁμ., [[ὅστις]] ὡς ἐπὶ τὸ πολὺ ἐνισχύει αὐτό, εἰ δ’ ἄγε, νῦν δ’ ἄγε, ἄγε δή, ἀλλ’ ἄγε, = immo age! Παρ’ Ἀττ. [[ὡσαύτως]], ἄγε νῦν, Ἀριστοφ. Ἱπ. 1011. Ὡσαύτως ὡς τὸ [[φέρε]] πρὸ τοῦ α΄ καὶ β΄ πληθ. προσ., ἄγε δὴ [[τραπείομεν]], Ἰλ. Γ, 441, ἄγε δὴ [[στέωμεν]], Λ. 348· ἄγε τέμνετε, Ὀδ. Γ. 332· ἀλλ’ ἄγε, Πέρσαι, θυώμεθα, Αἰσχύλ. Πέρσ. 140· ἄγε δή, καὶ χορὸν ἅψωμεν, ὁ αὐτ. Εὐμ. 307· πρβλ. Ἱκ. 625. Σπανίως δὲ πρὸ τοῦ α΄ ἑνικοῦ, ἄγε δή ... ἀριθμήσω, Ὀδ. Ν, 215, Εὐρ. Κύκλ. 590, ἔτι καὶ πρὸ τοῦ γ΄ πληθ., ἀλλ’ ἄγε, κήρυκες ... λαόν ... ἀγειρόντων, Ἰλ. Β. 437· παρὰ πεζοῖς, ἄγε δή ... σκοπῶμεν, Ξεν. Κύρ. 5. 5, 15: - [[ὡσαύτως]], ἄγετε ... λύσασθε, Αἰσχύλ. Χο. 803. Τὸ ἄγετε κεῖται [[ὡσαύτως]] [[μετὰ]] α΄ πληθ. ἐν Ἰλ. Β, 139, Ὀδ. Α, 76, Ἀριστοφ. Λυσ. 665· [[μετὰ]] α΄ ἑνικοῦ, Ὀδ. Χ. 139. | |lstext='''ἄγε''': ἄγετε, κυρ. προστακτ. τοῦ ἄγω, ἀλλ’ ἐν χρήσει ὡς ἐπίρρ., [[ὥσπερ]] τὸ [[φέρε]], ἐμπρός! λοιπόν! Λατ. age, παρ’ Ὁμ., [[ὅστις]] ὡς ἐπὶ τὸ πολὺ ἐνισχύει αὐτό, εἰ δ’ ἄγε, νῦν δ’ ἄγε, ἄγε δή, ἀλλ’ ἄγε, = immo age! Παρ’ Ἀττ. [[ὡσαύτως]], ἄγε νῦν, Ἀριστοφ. Ἱπ. 1011. Ὡσαύτως ὡς τὸ [[φέρε]] πρὸ τοῦ α΄ καὶ β΄ πληθ. προσ., ἄγε δὴ [[τραπείομεν]], Ἰλ. Γ, 441, ἄγε δὴ [[στέωμεν]], Λ. 348· ἄγε τέμνετε, Ὀδ. Γ. 332· ἀλλ’ ἄγε, Πέρσαι, θυώμεθα, Αἰσχύλ. Πέρσ. 140· ἄγε δή, καὶ χορὸν ἅψωμεν, ὁ αὐτ. Εὐμ. 307· πρβλ. Ἱκ. 625. Σπανίως δὲ πρὸ τοῦ α΄ ἑνικοῦ, ἄγε δή ... ἀριθμήσω, Ὀδ. Ν, 215, Εὐρ. Κύκλ. 590, ἔτι καὶ πρὸ τοῦ γ΄ πληθ., ἀλλ’ ἄγε, κήρυκες ... λαόν ... ἀγειρόντων, Ἰλ. Β. 437· παρὰ πεζοῖς, ἄγε δή ... σκοπῶμεν, Ξεν. Κύρ. 5. 5, 15: - [[ὡσαύτως]], ἄγετε ... λύσασθε, Αἰσχύλ. Χο. 803. Τὸ ἄγετε κεῖται [[ὡσαύτως]] [[μετὰ]] α΄ πληθ. ἐν Ἰλ. Β, 139, Ὀδ. Α, 76, Ἀριστοφ. Λυσ. 665· [[μετὰ]] α΄ ἑνικοῦ, Ὀδ. Χ. 139. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=<i>2ᵉ sg. impér. de</i> [[ἄγω]];<br /><i>interj.</i> allons ! eh bien ! voyons ! <i>avec un autre impér.</i> εἴπ’ [[ἄγε]] IL dis, allons !.<br /><span class="bld">2</span><i>poét. c.</i> [[ἦγε]], <i>3ᵉ sg. impf. de</i> [[ἄγω]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 19:22, 9 August 2017
English (LSJ)
ἄγετε, imper. of ἄγω, used as Adv.,
A come on! freq. in Hom., who mostly strengthens it, εἰ δ' ἄγε, νῦν δ' ἄγε, ἄγε δή, ἀλλ' ἄγε, in Att. freq. ἄγε νύν Ar.Eq.1011, etc.; before 1 and 2 pers. pl., ἄγε δὴ τραπείομεν Il.3.441; ἄγε δὴ στέωμεν 11.348; ἄγε τάμνετε Od.3.332; ἀλλ' ἄγε, Πέρσαι, φροντίδα θώμεθα A.Pers.140; ἄγε δὴ καὶ χορὸν ἅψωμεν Id.Eu.307; rarely before 1sg., ἄγε δὴ . . ἀριθμήσω Od.13.215; before 3pl., ἀλλ' ἄγε, κήρυκες . . λαὸν . . ἀγειρόντων Il.2.437; in Prose, ἄγε τοίνυν . . σκοπῶμεν X.Cyr.5.5.15; foll. by ὅπως c. fut., Ar.Ec.149; abs., E. Cyc.590:—also, ἄγετε, . . λύσασθε A. Ch.803; ἄγετε with 1pl., Il.2.139, Od.1.76, Ar.Lys.665; with 1sg., Od.22.139: cf. ἄγι.
Greek (Liddell-Scott)
ἄγε: ἄγετε, κυρ. προστακτ. τοῦ ἄγω, ἀλλ’ ἐν χρήσει ὡς ἐπίρρ., ὥσπερ τὸ φέρε, ἐμπρός! λοιπόν! Λατ. age, παρ’ Ὁμ., ὅστις ὡς ἐπὶ τὸ πολὺ ἐνισχύει αὐτό, εἰ δ’ ἄγε, νῦν δ’ ἄγε, ἄγε δή, ἀλλ’ ἄγε, = immo age! Παρ’ Ἀττ. ὡσαύτως, ἄγε νῦν, Ἀριστοφ. Ἱπ. 1011. Ὡσαύτως ὡς τὸ φέρε πρὸ τοῦ α΄ καὶ β΄ πληθ. προσ., ἄγε δὴ τραπείομεν, Ἰλ. Γ, 441, ἄγε δὴ στέωμεν, Λ. 348· ἄγε τέμνετε, Ὀδ. Γ. 332· ἀλλ’ ἄγε, Πέρσαι, θυώμεθα, Αἰσχύλ. Πέρσ. 140· ἄγε δή, καὶ χορὸν ἅψωμεν, ὁ αὐτ. Εὐμ. 307· πρβλ. Ἱκ. 625. Σπανίως δὲ πρὸ τοῦ α΄ ἑνικοῦ, ἄγε δή ... ἀριθμήσω, Ὀδ. Ν, 215, Εὐρ. Κύκλ. 590, ἔτι καὶ πρὸ τοῦ γ΄ πληθ., ἀλλ’ ἄγε, κήρυκες ... λαόν ... ἀγειρόντων, Ἰλ. Β. 437· παρὰ πεζοῖς, ἄγε δή ... σκοπῶμεν, Ξεν. Κύρ. 5. 5, 15: - ὡσαύτως, ἄγετε ... λύσασθε, Αἰσχύλ. Χο. 803. Τὸ ἄγετε κεῖται ὡσαύτως μετὰ α΄ πληθ. ἐν Ἰλ. Β, 139, Ὀδ. Α, 76, Ἀριστοφ. Λυσ. 665· μετὰ α΄ ἑνικοῦ, Ὀδ. Χ. 139.
French (Bailly abrégé)
2ᵉ sg. impér. de ἄγω;
interj. allons ! eh bien ! voyons ! avec un autre impér. εἴπ’ ἄγε IL dis, allons !.
2poét. c. ἦγε, 3ᵉ sg. impf. de ἄγω.