ἀγνόημα: Difference between revisions

From LSJ

Ὁ μὲν βίος βραχύς, ἡ δὲ τέχνη μακρή, ὁ δὲ καιρὸς ὀξύς, ἡ δὲ πεῖρα σφαλερή, ἡ δὲ κρίσις χαλεπή → Life is short, art long, opportunity fleeting, experience misleading and judgment difficult

Source
(6_21)
(Bailly1_1)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀγνόημα''': τό, [[σφάλμα]] ἐξ ἀγνοίας, [[παραδρομή]], [[ἁμάρτημα]], [[ἀγνόημα]] ἕτερον προσαγνοεῖν, Θεοφρ. Ἱ. Φ. 9.4, 8. πρβλ. Ἑβδ. καὶ Κ. Δ.
|lstext='''ἀγνόημα''': τό, [[σφάλμα]] ἐξ ἀγνοίας, [[παραδρομή]], [[ἁμάρτημα]], [[ἀγνόημα]] ἕτερον προσαγνοεῖν, Θεοφρ. Ἱ. Φ. 9.4, 8. πρβλ. Ἑβδ. καὶ Κ. Δ.
}}
{{bailly
|btext=ατος (τό) :<br /><b>1</b> ignorance;<br /><b>2</b> faute par ignorance, erreur.<br />'''Étymologie:''' [[ἀγνοέω]].
}}
}}

Revision as of 19:22, 9 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀγνόημα Medium diacritics: ἀγνόημα Low diacritics: αγνόημα Capitals: ΑΓΝΟΗΜΑ
Transliteration A: agnóēma Transliteration B: agnoēma Transliteration C: agnoima Beta Code: a)gno/hma

English (LSJ)

τό,

   A fault of ignorance, oversight, ψυχῆς Gorg.Hel. 19, ἀ. ἕτερον προσαγνοεῖν Thphr.HP9.4.8, cf. D.S.1.1, Hipparch. 1.3.11, LXX To.3.3, Ep.Heb.9.7; in pl., opp. ἁμαρτήματα, PTeb.5.3 (ii B. C.).    II ignorance, περί τινος Str.7.2.4.   III object of ἄγνοια, Dam.Pr.7.

German (Pape)

[Seite 17] τό, Irrthum, Versehen, Theophr., Plut.

Greek (Liddell-Scott)

ἀγνόημα: τό, σφάλμα ἐξ ἀγνοίας, παραδρομή, ἁμάρτημα, ἀγνόημα ἕτερον προσαγνοεῖν, Θεοφρ. Ἱ. Φ. 9.4, 8. πρβλ. Ἑβδ. καὶ Κ. Δ.

French (Bailly abrégé)

ατος (τό) :
1 ignorance;
2 faute par ignorance, erreur.
Étymologie: ἀγνοέω.