ἀποπλανάω: Difference between revisions

From LSJ

Οὐκ ἔστιν οὐδείς, ὅστις οὐχ αὑτῷ φίλος → Nemo est, amicus ipse qui non sit sibi → Den gibt es nicht, der nicht sich selber wäre Freund

Menander, Monostichoi, 407
(6_13b)
(Bailly1_1)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀποπλᾰνάω''': μέλλ. -ήσω, = τῷ προηγ., ἀποπλανῶ, [[ἐκτρέπω]] τῆς εὐθείας ὁδοῦ, ἀπομακρύνω τοῦ προκειμένου, ἀλλ’ οὐ [[βούλομαι]] ἀποπλανᾶν τὸν λόγον (ἀποπλανεῖν, Kühn) Ἱππ. περὶ Ἄρθρ. 800· ἀπ. τινὰ ἀπὸ τῆς ὑποθέσεως Αἰσχίν. 79. 6: - Παθ., πλανῶμαι [[μακράν]], δέδοικα μὴ [[πόρρω]] [[λίαν]] τῆς ὑποθέσεως ἀποπλανηθῶ Ἰσοκρ. 155D· ἀπολ., πλανῶμαι μακρὰν τῆς πατρίδος, Ἀριστ. Ἱστ. Ζ. 5.23, 1, Χρύσιππ. παρὰ Πλουτ. 2. 1048Α. ΙΙ. μεταφ., ἐξαπατῶ, «καὶ δώσουσι σημεῖα καὶ τέρατα πρὸς τὸ ἀποπλανᾶν, εἰ δυνατόν, καὶ τοὺς ἐκλεκτοὺς» Εὐαγγ. κ. Μάρκ. ιγ΄, 22.
|lstext='''ἀποπλᾰνάω''': μέλλ. -ήσω, = τῷ προηγ., ἀποπλανῶ, [[ἐκτρέπω]] τῆς εὐθείας ὁδοῦ, ἀπομακρύνω τοῦ προκειμένου, ἀλλ’ οὐ [[βούλομαι]] ἀποπλανᾶν τὸν λόγον (ἀποπλανεῖν, Kühn) Ἱππ. περὶ Ἄρθρ. 800· ἀπ. τινὰ ἀπὸ τῆς ὑποθέσεως Αἰσχίν. 79. 6: - Παθ., πλανῶμαι [[μακράν]], δέδοικα μὴ [[πόρρω]] [[λίαν]] τῆς ὑποθέσεως ἀποπλανηθῶ Ἰσοκρ. 155D· ἀπολ., πλανῶμαι μακρὰν τῆς πατρίδος, Ἀριστ. Ἱστ. Ζ. 5.23, 1, Χρύσιππ. παρὰ Πλουτ. 2. 1048Α. ΙΙ. μεταφ., ἐξαπατῶ, «καὶ δώσουσι σημεῖα καὶ τέρατα πρὸς τὸ ἀποπλανᾶν, εἰ δυνατόν, καὶ τοὺς ἐκλεκτοὺς» Εὐαγγ. κ. Μάρκ. ιγ΄, 22.
}}
{{bailly
|btext=-ῶ :<br />égarer, écarter de : τινα ἀπὸ τῆς ὑποθέσεως ESCHN écarter qqn du sujet;<br /><i><b>Moy.</b></i> ἀποπλανάομαι-ῶμαι s’écarter de, gén..<br />'''Étymologie:''' [[ἀπό]], [[πλανάω]].
}}
}}

Revision as of 19:48, 9 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀποπλᾰνάω Medium diacritics: ἀποπλανάω Low diacritics: αποπλανάω Capitals: ΑΠΟΠΛΑΝΑΩ
Transliteration A: apoplanáō Transliteration B: apoplanaō Transliteration C: apoplanao Beta Code: a)poplana/w

English (LSJ)

fut. -ήσω,

   A lead astray, make to digress, λόγον Hp. Art.34, Luc.Anach.21; ἀ. τινὰ ἀπὸ τῆς ὑποθέσεως Aeschin.3.176:— Pass.,wander away from, τῆς ὑποθέσεως Isoc.7.77: abs., of leaderless wasps, Arist.HA554b23; wander from the truth, Alex.Aphr. in Metaph.139.12, Chrysipp.Stoic.3.33.    II distribute, in Pass., ἀποπλανᾶται ἐς πάντα αἷμα καὶ πνεῦμα Hp.Alim.33.    III metaph., seduce, beguile, τοὺς ἐκλεκτούς Ev.Marc.13.22.

German (Pape)

[Seite 319] dasselbe, abführen, τινὰ ἀπὸ τῆς ὑποθέσεως Aesch. 3, 176; Pol. 3, 57, 4; τὸν λόγον Luc. Gymn. 21; pass., abirren, abkommen, δέδοικα, μὴ πόῤῥω λίαν τῆς ὑπ οθέσεως ἀποπλανηθῶ Isocr. 7, 77; τοῦ λόγου Luc. Necyom. 19; a. Sp.

Greek (Liddell-Scott)

ἀποπλᾰνάω: μέλλ. -ήσω, = τῷ προηγ., ἀποπλανῶ, ἐκτρέπω τῆς εὐθείας ὁδοῦ, ἀπομακρύνω τοῦ προκειμένου, ἀλλ’ οὐ βούλομαι ἀποπλανᾶν τὸν λόγον (ἀποπλανεῖν, Kühn) Ἱππ. περὶ Ἄρθρ. 800· ἀπ. τινὰ ἀπὸ τῆς ὑποθέσεως Αἰσχίν. 79. 6: - Παθ., πλανῶμαι μακράν, δέδοικα μὴ πόρρω λίαν τῆς ὑποθέσεως ἀποπλανηθῶ Ἰσοκρ. 155D· ἀπολ., πλανῶμαι μακρὰν τῆς πατρίδος, Ἀριστ. Ἱστ. Ζ. 5.23, 1, Χρύσιππ. παρὰ Πλουτ. 2. 1048Α. ΙΙ. μεταφ., ἐξαπατῶ, «καὶ δώσουσι σημεῖα καὶ τέρατα πρὸς τὸ ἀποπλανᾶν, εἰ δυνατόν, καὶ τοὺς ἐκλεκτοὺς» Εὐαγγ. κ. Μάρκ. ιγ΄, 22.

French (Bailly abrégé)

-ῶ :
égarer, écarter de : τινα ἀπὸ τῆς ὑποθέσεως ESCHN écarter qqn du sujet;
Moy. ἀποπλανάομαι-ῶμαι s’écarter de, gén..
Étymologie: ἀπό, πλανάω.