ταραξίας: Difference between revisions
From LSJ
Σωτηρίας σημεῖον ἥμερος τρόπος → Auf Rettung deutet kultivierte Lebensart → Ein Hinweis auf die Rettung ist die sanfte Art
(6_19) |
(40) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''τᾰραξίας''': -ου, ὁ, [[ταράκτης]], Σουΐδ. | |lstext='''τᾰραξίας''': -ου, ὁ, [[ταράκτης]], Σουΐδ. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=ο, ΝΜΑ<br />[[άτομο]] που προκαλεί [[αναστάτωση]], [[αναταραχή]], ο [[ταραχοποιός]]<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>συνεκδ.</b> [[άτομο]] που κάνει αταξίες, φασαρίες.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[τάραξις]] <span style="color: red;">+</span> [[επίθημα]] -<i>ίας</i> (<b>πρβλ.</b> <i>έγκληματ</i>-<i>ίας</i>)]. | |||
}} | }} |
Revision as of 12:46, 29 September 2017
English (LSJ)
ου, ὁ,
A = ταράκτης, Suid.
German (Pape)
[Seite 1070] ὁ, = ταράκτης, Suid. v. Σεβῆρος.
Greek (Liddell-Scott)
τᾰραξίας: -ου, ὁ, ταράκτης, Σουΐδ.
Greek Monolingual
ο, ΝΜΑ
άτομο που προκαλεί αναστάτωση, αναταραχή, ο ταραχοποιός
νεοελλ.
συνεκδ. άτομο που κάνει αταξίες, φασαρίες.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τάραξις + επίθημα -ίας (πρβλ. έγκληματ-ίας)].