ἆθλον: Difference between revisions
Ὡς ἡδὺ δούλῳ δεσπότου χρηστοῦ τυχεῖν → Quam dulce servo lenem herum nanciscier → Wie froh macht einen Sklaven doch ein guter Herr
(Bailly1_1) |
(Autenrieth) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{bailly | {{bailly | ||
|btext=ου (τό) :<br /><b>1</b> prix d’un combat, récompense;<br /><b>2</b> combat, lutte.<br />'''Étymologie:''' cf. [[ἆθλος]]. | |btext=ου (τό) :<br /><b>1</b> prix d’un combat, récompense;<br /><b>2</b> combat, lutte.<br />'''Étymologie:''' cf. [[ἆθλος]]. | ||
}} | |||
{{Autenrieth | |||
|auten=(ἀϝεθ.): (1) [[prize]].— (2) [[prize]]-[[contest]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 15:20, 15 August 2017
English (LSJ)
τό, Att. contr. from Ep., Ion., Lyr. ἄεθλον (which alone is used by Hom. and Hdt., mostly also by Pi., once by S.Tr.506 (lyr.)):—
A prize of contest, Il.23.413,620, etc., Pi.O.9.108, al., A.Supp. 1033, E.Hel.43; τῶν Ἀθήνηθεν ἄ., inscr. on Attic prize amphorae, CIG776, etc.; ἆ. μουσικῆς IG2.814; in Prose, ἆθλα ἀρετῆς Th.2.46; ἁμαρτημάτων Lys.1.47. Phrases: ἄεθλα κεῖται or πρόκειται prizes are offered, Hdt.8.26,9.101; ἆθλα προφαίνειν, προτιθέναι offer prizes, X.Cyr.2.1.23, Hier.9.4; τιθέναι Pl.Lg.834c; ἆθλα λαμβάνειν, φέρεσθαι to win prizes, Pl.R.613c, Ion530a, etc.; ἆθλον νίκης λαμβάνειν as the prize, Arist.Pol.1296a30, cf. Th.6.80; ἆ. ποιεῖσθαι τὰ κοινά Th.3.82; τὰ ἆθλα ὑπὲρ ὧν ἐστιν ὁ πόλεμος D.2.28; ἆθλα πολέμου Id.4.5; τῆς ἀρετῆς Id.20.107; βέλτιον τοῖς δούλοις ἆ. προκεῖσθαι τὴν ἐλευθερίαν Arist.Pol.1330a33. II = ἆθλος, contest, only in pl., ζώννυνταί τε νέοι καὶ ἐπεντύνονται ἄεθλα Od.24.89, cf. Xenoph.2.5, Pi.O. 1.3: metaph., conflict, struggle, πολλῶν ἔλεξεν δυσοίστων πόνων ἆθλα S.Ph.508; ἄεθλ' ἀγώνων Id.Tr.506:—this usage is censured by Luc. Sol.2. III in pl., place of combat, Pl.Lg.868a, 935b. IV Astrol., = κλῆρος (q. v.), Manil.3.162.
Greek (Liddell-Scott)
ἆθλον: τό, Ἀττ. συνῃρ. ἐκ τοῦ Ἐπ. καὶ Ἰων. ἄεθλον, (ὅπερ μόνον εἶναι ἐν χρήσει παρ’ Ὁμ. καὶ Ἡροδ. καὶ κατὰ τὸ πλεῖστον παρὰ Πινδ. καὶ ἅπαξ παρὰ Σοφ. (Τρ. 506 ἐν λυρικῷ χωρίῳ). Τὸ βραβεῖον τοῦ ἀγῶνος, βραβεῖον, ἀμοιβή, Ἰλ. Ψ. 413, 620, κτλ.· συχνὸν παρὰ Πινδ. (ἂν καὶ τὸ γένος σπανίως δύναται νὰ ἐξακριβωθῇ), Εὐρ. Ἑλ. 43· καὶ παρὰ πεζοῖς, ἆθλα ἀρετῆς, Θουκ. 2. 46, ἁμαρτημάτων, Λυσ. 96. 8: ― φράσεις: ἄεθλα κεῖται ἢ πρόκειται, = βραβεῖα ἐτέθησαν, Ἡρόδ. 8. 26, 9. 101· ἆθλα προφαίνειν, προτιθέναι, τιθέναι, = προτείνειν βραβεῖα, Ξεν. Κύρ. 2. 1, 23, 1. 2, 12, κτλ.· ἆθλα λαμβάνειν ἢ φέρεσθαι, λαμβάνειν βραβεῖα, Πλάτ. Πολ. 613C, Ἴων 530Α, κτλ. πρβλ. Θουκ. 6. 80, ἆθλον νίκης λαμβάνειν, ὡς βραβεῖον. Ἀριστ. Πολ. 4, 11, 17· ἆθλ. ποιεῖσθαι τὰ κοινά, Θουκ. 3. 82· τὰ ἆθλα ὑπὲρ ὧν ἐστιν ὁ πόλεμος, Δημ 26. 11· ἆθλα πολέμου, ὁ αὐτ. 41. 25· τῆς ἀρετῆς, ὁ αὐτ. 489, 21· ἆθλον προκεῖσθαι τὴν ἐλευθερίαν, Ἀριστ. Πολ. 7. 10, 14. ΙΙ. = ἆθλος = ἀγών· ζώννυνταί τε νέοι καὶ ἐπεντύνονται ἄεθλα, Ὀδ. Ω. 89· πρβλ. Ξενοφάν. 2. 5, Πινδ. Ο. 1, 5. καὶ ἴδε ἀθροίζω: ― μεταφ. = ἀγών, πάλη· στυγερὸν τόδ’ ἆθλον, Αἰσχύλ. Ἱκ. 1034, πρβλ. Πρ. 634· πολλῶν ἔλεξεν δυσοίστων πόνων ἆθλ’, Σοφ. Φ. 508· ἄεθλ’ ἀγώνων, ὁ αὐτ. Τρ. 506: ― αὕτη ἡ χρῆσις κατακρίνεται ὑπὸ τοῦ Λουκ. ἐν Σολοικ. 2, πρβλ. Κοραῆ Ἰσοκρ. Πανηγ. 37. ΙΙΙ. κατὰ πληθ. τὸ μέρος ἔνθα ἀγωνίζονται, Λατ. arena, Πλάτ. Νόμ. 868Α, 935Β (Περὶ τῆς ῥίζης, ἴδε ἐν λ. ἆθλος).
French (Bailly abrégé)
ου (τό) :
1 prix d’un combat, récompense;
2 combat, lutte.
Étymologie: cf. ἆθλος.