μελλονικιάω: Difference between revisions
τὸ βέλτερον κακοῦ καὶ τὸ δίμοιρον αἰνῶ, καὶ δίκᾳ δίκας ἕπεσθαι, ξὺν εὐχαῖς ἐμαῖς, λυτηρίοις μηχαναῖς θεοῦ πάρα → I approve the better kind of evil, the two-thirds kind, and that, in accordance with my prayers, through contrivances bringing salvation at the god’s hand
(Bailly1_3) |
(5) |
||
Line 18: | Line 18: | ||
{{bailly | {{bailly | ||
|btext=-ῶ :<br />remettre pour vaincre (<i>avec jeu de mot sur le nom du général Nicias, qui temporisait toujours</i>).<br />'''Étymologie:''' [[μέλλω]], [[νίκη]]-[[Νικίας]]. | |btext=-ῶ :<br />remettre pour vaincre (<i>avec jeu de mot sur le nom du général Nicias, qui temporisait toujours</i>).<br />'''Étymologie:''' [[μέλλω]], [[νίκη]]-[[Νικίας]]. | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''μελλονῑκιάω:''' [[αναβάλλω]] την [[κατάκτηση]], την [[νίκη]]· [[λογοπαίγνιο]] με το όνομα [[Νικίας]], το όνομα του Αθηναίου στρατηγού, σε Αριστοφ. | |||
}} | }} |
Revision as of 00:16, 31 December 2018
English (LSJ)
A delay victory, with a play on the name of Νικίας, the Athenian Cunctator, Ar.Av.640.
German (Pape)
[Seite 125] komisches Wort, mit Anspielung auf den Feldherrn Nikias, der sich dem Feldzuge gegen Sicilien widersetzte, zaudern zu siegen, Ar. Av. 639.
Greek (Liddell-Scott)
μελλονῑκιάω: μέλλω νὰ νικήσω μετὰ λογοπαιγνίου ἐπὶ τοῦ ὀνόματος τοῦ Νικίου, «ὅτι βραδὺς ἦν περὶ τὰς ὀξόδους καὶ ὡς οἱ διαβάλλοντες, οὐχὶ προνοητικὸς ἦν, ἀλλὰ μελλητὴς» (Σχόλ.), Ἀριστοφ. Ὄρν. 639.
French (Bailly abrégé)
-ῶ :
remettre pour vaincre (avec jeu de mot sur le nom du général Nicias, qui temporisait toujours).
Étymologie: μέλλω, νίκη-Νικίας.
Greek Monotonic
μελλονῑκιάω: αναβάλλω την κατάκτηση, την νίκη· λογοπαίγνιο με το όνομα Νικίας, το όνομα του Αθηναίου στρατηγού, σε Αριστοφ.