ἀσκίτης: Difference between revisions

From LSJ

κοινὴ γὰρ ἡ τύχη καὶ τὸ μέλλον ἀόρατον → fortune is common to all, the future is unknown | fortune is common to all and the future unknown | fate is common to all and the future unknown

Source
(big3_7)
(6)
Line 18: Line 18:
{{DGE
{{DGE
|dgtxt=-ου, ὁ<br /><br /><b class="num">• Morfología:</b> [fem., Gal.17(2).670]<br /><b class="num">1</b> medic. [[ascitis]] Metrod.46, Gal.l.c., Aret.<i>SD</i> 1.16.6, Sch.Gal.2.24M.(p.17).<br /><b class="num">2</b> medic. [[persona que padece ascitis]] Herod.Med. en Orib.10.8.9.
|dgtxt=-ου, ὁ<br /><br /><b class="num">• Morfología:</b> [fem., Gal.17(2).670]<br /><b class="num">1</b> medic. [[ascitis]] Metrod.46, Gal.l.c., Aret.<i>SD</i> 1.16.6, Sch.Gal.2.24M.(p.17).<br /><b class="num">2</b> medic. [[persona que padece ascitis]] Herod.Med. en Orib.10.8.9.
}}
{{grml
|mltxt=ο (Α [[ἀσκίτης]]) [[ἀσκός]]<br />[[άθροιση]] υγρού στην περιτοναϊκή [[κοιλότητα]], [[ανάμεσα]] στη μεμβράνη που επενδύει το κοιλιακό [[τοίχωμα]] και τη μεμβράνη που καλύπτει τα ενδοκοιλιακά όργανα.
}}
}}

Revision as of 06:59, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀσκίτης Medium diacritics: ἀσκίτης Low diacritics: ασκίτης Capitals: ΑΣΚΙΤΗΣ
Transliteration A: askítēs Transliteration B: askitēs Transliteration C: askitis Beta Code: a)ski/ths

English (LSJ)

[ῑ], ου, ὁ, (ἀσκός kind of

   A dropsy, ascites, Epicur.Fr.190, Aret.SD1.16, Gal.17(2).670.    II patient suffering from the disease, Herod.Med. ap. Orib.10.8.9.

German (Pape)

[Seite 371] ὁ, Schlauch-, Wassersucht, Epicur. bei Plut. non posse 16.

Greek (Liddell-Scott)

ἀσκίτης: -ου, ὁ, [ῑ], εἶδος ὕδρωπος (ἐκ τοῦ ἀσκός), νόσῳ νοσῶν ἀσκίτῃ Ἐπίκουρ. παρὰ Πλουτ. 2. 1097Ε, Ἀρετ. 48· ὕδρωψ ἀσκίτης ἐστὶν ἐφ’ οὗ κοιλία καὶ ὄσχεον καὶ σκέλη ἐξοιδίσκεται, τὰ δὲ ἄνω ἰσχνὰ γίνεται ἀπολεπτυνόμενα Γαλην. Ὅροι Ἰατρικ. τ. 19. σ. 424, ἴδε καὶ τ. 15. σ. 891 κτλ.

Spanish (DGE)

-ου, ὁ

• Morfología: [fem., Gal.17(2).670]
1 medic. ascitis Metrod.46, Gal.l.c., Aret.SD 1.16.6, Sch.Gal.2.24M.(p.17).
2 medic. persona que padece ascitis Herod.Med. en Orib.10.8.9.

Greek Monolingual

ο (Α ἀσκίτης) ἀσκός
άθροιση υγρού στην περιτοναϊκή κοιλότητα, ανάμεσα στη μεμβράνη που επενδύει το κοιλιακό τοίχωμα και τη μεμβράνη που καλύπτει τα ενδοκοιλιακά όργανα.