γραμματοφόρος: Difference between revisions

From LSJ

ἤκουσεν ἐν Ῥώμῃ καὶ ἀρσένων ἑταιρίαν εἶναι → he heard that there was also a fellowship of males in Rome (Severius, commentary on Romans 1:27)

Source
(big3_10)
(8)
Line 21: Line 21:
{{DGE
{{DGE
|dgtxt=-ου, ὁ<br /><br /><b class="num">• Alolema(s):</b> frec. γραμματηφ- (esp. pap.)<br /><b class="num">I</b> <b class="num">1</b>[[portador de cartas]], [[mensajero]] γραμματοφόρον εἰσήγαγον Plb.1.79.9, ἐξαπέστειλε ... γραμματοφόρους Plb.2.61.4, ὁ ... πρεσβευτὴς ἢ γ. <i>TAM</i> 3.2.20 (Termeso II a.C.), ὁ γ. καὶ τὴν ἐπιστολὴν ἐπιδούς Plu.<i>Pel</i>.10, ἔδει δὲ πανταχόσε τῆς ἀρχῆς διαθεῖν τοὺς γραμματηφόρους τὰ ἐπιτάγματα τοῦ Ἀλεξάνδρου κομίζοντας Luc.<i>Rh.Pr</i>.5, παρεγένετο ἀπὸ βασιλέως Κροίσου γ. <i>Vit.Aesop.G</i> 92, cf. Plb.29.25.1, D.H.20.4.6, Plu.<i>Galb</i>.8, 2.799e, D.C.49.18.5, 63.11.4, 78.14.1, I.<i>AI</i> 11.318.<br /><b class="num">2</b> esp. biz. [[cartero]], [[correo del servicio postal urgente, esp. fluvial]] [[ἁλιαδίτης]] ἤτοι [[γραμματηφόρος]] τοῦ ὀξέως δρόμου <i>PFlor</i>.39.6 (IV d.C.) en <i>BL</i> 1.138, cf. <i>PSI</i> 1108.8 (IV d.C.), <i>POxy</i>.3623.8 (IV d.C.), ἁ[λιάδας εἰς τὴν τῶν] γραμματηφόρων ὑπηρεσίαν <i>PBeatty Panop</i>.1.61 (IV d.C.), οἱ διὰ τοῦ πλοῦ τὴν ὁδοιπορίαν ποιούμενοι γραμματοφόροι <i>PBeatty Panop</i>.1.253 (IV d.C.).<br /><b class="num">II</b> adj.<br /><b class="num">1</b> [[portador de la carta]], [[que lleva la carta, o más bien esta carta]] οἱ γραμματηφόροι γεωργοί <i>PLond</i>.1073.1 (VI d.C.), γ. [[ἀνήρ]] <i>PMasp</i>.194.5 (VI d.C.), μετὰ τῆς γραμματηφό[ρου γυναικό] ς <i>POxy</i>.1839.1 (VI d.C.), τοῦτο ἔπεμψα διὰ τοῦ γραμματηφόρου σταβλίτου <i>POxy</i>.1858.3 (VI/VII d.C.)<br /><b class="num">•</b>subst. [[Ἑλλάδιος]] ... ἔγραψεν μοι διὰ τοῦ γραμματηφόρου <i>PMasp</i>.194.3 (VI d.C.), tb. fem. ἡ γ. <i>Stud.Pal</i>.20.212.1 (VI/VII d.C.).<br /><b class="num">2</b> [[del servicio de correos]], [[postal]] ἁλιάδες γραμματηφόροι τοῦ ὀξέως δρόμου lanchas o falúas correo del cursus velox</i>, <i>POxy</i>.2765.9 (IV d.C.) (cf. I 2).
|dgtxt=-ου, ὁ<br /><br /><b class="num">• Alolema(s):</b> frec. γραμματηφ- (esp. pap.)<br /><b class="num">I</b> <b class="num">1</b>[[portador de cartas]], [[mensajero]] γραμματοφόρον εἰσήγαγον Plb.1.79.9, ἐξαπέστειλε ... γραμματοφόρους Plb.2.61.4, ὁ ... πρεσβευτὴς ἢ γ. <i>TAM</i> 3.2.20 (Termeso II a.C.), ὁ γ. καὶ τὴν ἐπιστολὴν ἐπιδούς Plu.<i>Pel</i>.10, ἔδει δὲ πανταχόσε τῆς ἀρχῆς διαθεῖν τοὺς γραμματηφόρους τὰ ἐπιτάγματα τοῦ Ἀλεξάνδρου κομίζοντας Luc.<i>Rh.Pr</i>.5, παρεγένετο ἀπὸ βασιλέως Κροίσου γ. <i>Vit.Aesop.G</i> 92, cf. Plb.29.25.1, D.H.20.4.6, Plu.<i>Galb</i>.8, 2.799e, D.C.49.18.5, 63.11.4, 78.14.1, I.<i>AI</i> 11.318.<br /><b class="num">2</b> esp. biz. [[cartero]], [[correo del servicio postal urgente, esp. fluvial]] [[ἁλιαδίτης]] ἤτοι [[γραμματηφόρος]] τοῦ ὀξέως δρόμου <i>PFlor</i>.39.6 (IV d.C.) en <i>BL</i> 1.138, cf. <i>PSI</i> 1108.8 (IV d.C.), <i>POxy</i>.3623.8 (IV d.C.), ἁ[λιάδας εἰς τὴν τῶν] γραμματηφόρων ὑπηρεσίαν <i>PBeatty Panop</i>.1.61 (IV d.C.), οἱ διὰ τοῦ πλοῦ τὴν ὁδοιπορίαν ποιούμενοι γραμματοφόροι <i>PBeatty Panop</i>.1.253 (IV d.C.).<br /><b class="num">II</b> adj.<br /><b class="num">1</b> [[portador de la carta]], [[que lleva la carta, o más bien esta carta]] οἱ γραμματηφόροι γεωργοί <i>PLond</i>.1073.1 (VI d.C.), γ. [[ἀνήρ]] <i>PMasp</i>.194.5 (VI d.C.), μετὰ τῆς γραμματηφό[ρου γυναικό] ς <i>POxy</i>.1839.1 (VI d.C.), τοῦτο ἔπεμψα διὰ τοῦ γραμματηφόρου σταβλίτου <i>POxy</i>.1858.3 (VI/VII d.C.)<br /><b class="num">•</b>subst. [[Ἑλλάδιος]] ... ἔγραψεν μοι διὰ τοῦ γραμματηφόρου <i>PMasp</i>.194.3 (VI d.C.), tb. fem. ἡ γ. <i>Stud.Pal</i>.20.212.1 (VI/VII d.C.).<br /><b class="num">2</b> [[del servicio de correos]], [[postal]] ἁλιάδες γραμματηφόροι τοῦ ὀξέως δρόμου lanchas o falúas correo del cursus velox</i>, <i>POxy</i>.2765.9 (IV d.C.) (cf. I 2).
}}
{{grml
|mltxt=[[γραμματοφόρος]], ο (AM)<br />[[ταχυδρόμος]]<br /><b>μσν.</b><br /><b>ως επίθ.</b> [[γραμματισμένος]].
}}
}}

Revision as of 07:02, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: γραμμᾰτοφόρος Medium diacritics: γραμματοφόρος Low diacritics: γραμματοφόρος Capitals: ΓΡΑΜΜΑΤΟΦΟΡΟΣ
Transliteration A: grammatophóros Transliteration B: grammatophoros Transliteration C: grammatoforos Beta Code: grammatofo/ros

English (LSJ)

ὁ,

   A letter-carrier, Plb. 2.61.4, al., Plu.Pel.10.

German (Pape)

[Seite 504] Briefe tragend, tabellarius, Pol. 2, 61, 4 u. öfter; Luc. rhet. praec. 5; auch γραμματηφόρος, s. Lob. zu Phryn. 682.

Greek (Liddell-Scott)

γραμμᾰτοφόρος: -ον, ὁ φέρων ἐπιστολάς, Πολύβ. 2. 61, 4, κλ.

French (Bailly abrégé)

ου (ὁ) :
qui porte des lettres (lat. tabellarius).
Étymologie: γράμμα, φέρω.

Spanish (DGE)

-ου, ὁ

• Alolema(s): frec. γραμματηφ- (esp. pap.)
I 1portador de cartas, mensajero γραμματοφόρον εἰσήγαγον Plb.1.79.9, ἐξαπέστειλε ... γραμματοφόρους Plb.2.61.4, ὁ ... πρεσβευτὴς ἢ γ. TAM 3.2.20 (Termeso II a.C.), ὁ γ. καὶ τὴν ἐπιστολὴν ἐπιδούς Plu.Pel.10, ἔδει δὲ πανταχόσε τῆς ἀρχῆς διαθεῖν τοὺς γραμματηφόρους τὰ ἐπιτάγματα τοῦ Ἀλεξάνδρου κομίζοντας Luc.Rh.Pr.5, παρεγένετο ἀπὸ βασιλέως Κροίσου γ. Vit.Aesop.G 92, cf. Plb.29.25.1, D.H.20.4.6, Plu.Galb.8, 2.799e, D.C.49.18.5, 63.11.4, 78.14.1, I.AI 11.318.
2 esp. biz. cartero, correo del servicio postal urgente, esp. fluvial ἁλιαδίτης ἤτοι γραμματηφόρος τοῦ ὀξέως δρόμου PFlor.39.6 (IV d.C.) en BL 1.138, cf. PSI 1108.8 (IV d.C.), POxy.3623.8 (IV d.C.), ἁ[λιάδας εἰς τὴν τῶν] γραμματηφόρων ὑπηρεσίαν PBeatty Panop.1.61 (IV d.C.), οἱ διὰ τοῦ πλοῦ τὴν ὁδοιπορίαν ποιούμενοι γραμματοφόροι PBeatty Panop.1.253 (IV d.C.).
II adj.
1 portador de la carta, que lleva la carta, o más bien esta carta οἱ γραμματηφόροι γεωργοί PLond.1073.1 (VI d.C.), γ. ἀνήρ PMasp.194.5 (VI d.C.), μετὰ τῆς γραμματηφό[ρου γυναικό] ς POxy.1839.1 (VI d.C.), τοῦτο ἔπεμψα διὰ τοῦ γραμματηφόρου σταβλίτου POxy.1858.3 (VI/VII d.C.)
subst. Ἑλλάδιος ... ἔγραψεν μοι διὰ τοῦ γραμματηφόρου PMasp.194.3 (VI d.C.), tb. fem. ἡ γ. Stud.Pal.20.212.1 (VI/VII d.C.).
2 del servicio de correos, postal ἁλιάδες γραμματηφόροι τοῦ ὀξέως δρόμου lanchas o falúas correo del cursus velox, POxy.2765.9 (IV d.C.) (cf. I 2).

Greek Monolingual

γραμματοφόρος, ο (AM)
ταχυδρόμος
μσν.
ως επίθ. γραμματισμένος.