ἀνοιστέος: Difference between revisions
Οὐ γὰρ ἀργίας ὤνιον ἡ ὑγίεια καὶ ἀπραξίας, ἅ γε δὴ μέγιστα κακῶν ταῖς νόσοις πρόσεστι, καὶ οὐδὲν διαφέρει τοῦ τὰ ὄμματα τῷ μὴ διαβλέπειν καὶ τὴν φωνὴν τῷ μὴ φθέγγεσθαι φυλάττοντος ὁ τὴν ὑγίειαν ἀχρηστίᾳ καὶ ἡσυχίᾳ σῴζειν οἰόμενος → For health is not to be purchased by idleness and inactivity, which are the greatest evils attendant on sickness, and the man who thinks to conserve his health by uselessness and ease does not differ from him who guards his eyes by not seeing, and his voice by not speaking
(big3_4) |
(4) |
||
Line 18: | Line 18: | ||
{{DGE | {{DGE | ||
|dgtxt=-ον<br /><b class="num">1</b> [[hay que referir]] σοὶ τοὔργον S.<i>Ant</i>.272, ἐκεῖσ' ἀ., ὅτ' ... hay que referirse a aquella ocasión en que ...</i> E.<i>HF</i> 1221<br /><b class="num">•</b>tb. concertado [[ἀνοιστέος]] λόγος palabras que han de ser referidas</i> E.<i>Fr</i>.970.<br /><b class="num">2</b> [[hay que atribuirlo]] ἐπὶ τὴν χώραν Thphr.<i>CP</i> 4.11.8, πρὸς τὸ ἦθος Plu.<i>Phoc</i>.5. | |dgtxt=-ον<br /><b class="num">1</b> [[hay que referir]] σοὶ τοὔργον S.<i>Ant</i>.272, ἐκεῖσ' ἀ., ὅτ' ... hay que referirse a aquella ocasión en que ...</i> E.<i>HF</i> 1221<br /><b class="num">•</b>tb. concertado [[ἀνοιστέος]] λόγος palabras que han de ser referidas</i> E.<i>Fr</i>.970.<br /><b class="num">2</b> [[hay que atribuirlo]] ἐπὶ τὴν χώραν Thphr.<i>CP</i> 4.11.8, πρὸς τὸ ἦθος Plu.<i>Phoc</i>.5. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=[[ἀνοιστέος]], -α, -ον (ρημ. επίθ.) (Α)<br /><b>1.</b> αυτός που [[πρέπει]] να αναφερθεί<br /><b>2.</b> (<b>το ουδ.</b>) <i>ανοιστέον</i><br />α) [[πρέπει]] [[κανείς]] να κάνει φανερό<br />β) [[πρέπει]] να αναφέρει [[κάποιος]] [[κάτι]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ανοίσω</i>, μέλλ. του [[αναφέρω]]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 06:55, 29 September 2017
English (LSJ)
α, ον,
A to be referred, E.Fr.970. II ἀνοιστέον one must carry back or report, S.Ant.272, E.HF1221:—one must refer, τι πρός τι Plu. Phoc.5; ἐπί τι Thphr.CP4.11.8.
Greek (Liddell-Scott)
ἀνοιστέος: -α, -ον, ῥημ. ἐπίθ. τοῦ ἀναφέρω, πρέπει τις νὰ ἀνενεχθῇ, ἀλλ’ ἀνοιστέος ὁ λόγος ... ἐπὶ τὴν ἐξ ἀρχῆς ὑπόθεσιν Εὐρ. παρὰ Πλουτ. 2. 431Α. ΙΙ. ἀνοιστέον, πρέπει τις ν’ ἀναφέρῃ νὰ ποιήσῃ φανερόν, ἦν δ’ ὁ μῦθος ὡς ἀνοιστέον σοὶ τοὔργον εἴη τοῦτο κοὐχὶ κρυπτέον Σοφ. Ἀντ. 272, Εὐρ. Ἡρ. Μαιν. 1221: - πρέπει τις νὰ ἀναφέρῃ, νὰ ἀναγάγῃ, τι πρός τι Πλουτ. Φωκ. 5· ἐπί τι Θεοφρ. Αἰτ. Φ. 4. 11. 8.
French (Bailly abrégé)
α, ον :
adj. verb. de ἀναφέρω.
Spanish (DGE)
-ον
1 hay que referir σοὶ τοὔργον S.Ant.272, ἐκεῖσ' ἀ., ὅτ' ... hay que referirse a aquella ocasión en que ... E.HF 1221
•tb. concertado ἀνοιστέος λόγος palabras que han de ser referidas E.Fr.970.
2 hay que atribuirlo ἐπὶ τὴν χώραν Thphr.CP 4.11.8, πρὸς τὸ ἦθος Plu.Phoc.5.
Greek Monolingual
ἀνοιστέος, -α, -ον (ρημ. επίθ.) (Α)
1. αυτός που πρέπει να αναφερθεί
2. (το ουδ.) ανοιστέον
α) πρέπει κανείς να κάνει φανερό
β) πρέπει να αναφέρει κάποιος κάτι.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ανοίσω, μέλλ. του αναφέρω].