ἀποτμήξ: Difference between revisions
From LSJ
Αὐθαίρετος λύπη 'στὶν ἡ τέκνων σπορά → Procreation is a self-chosen suffering → Spontalis est miseria satio liberûm → Die Kinderzeugung ist ein selbstgewähltes Leid
(big3_6) |
(6) |
||
Line 18: | Line 18: | ||
{{DGE | {{DGE | ||
|dgtxt=-ῆγος [[cortado, tallado a pico]] σκοπιή A.R.2.581. | |dgtxt=-ῆγος [[cortado, tallado a pico]] σκοπιή A.R.2.581. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=[[ἀποτμήξ]] (-ῆγος), ο, η (Α) [[αποτμήγω]]<br />αυτός που έχει αποκοπεί, [[απότομος]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 06:22, 29 September 2017
English (LSJ)
ῆγος, ὁ, ἡ,
A cut off, sheer, like ἀπορρώξ, σκοπιή A.R.2.581.
German (Pape)
[Seite 331] ῆγος, abgeschnitten, steil, σκοπιά Ap. Rh. 2, 581.
Greek (Liddell-Scott)
ἀποτμήξ: ῆγος, ὁ, ἡ, ἀποκεκομμένος, ἀπότομος, ὡς τὸ ἀπορρώξ, ἀποτμῆγι σκοπιῇ ἴσον, ὅ ἐ. ἀπερρηγμένη, ἀπεσχισμένη, Ἀπολλ. Ρόδ. Β. 581.
Spanish (DGE)
-ῆγος cortado, tallado a pico σκοπιή A.R.2.581.
Greek Monolingual
ἀποτμήξ (-ῆγος), ο, η (Α) αποτμήγω
αυτός που έχει αποκοπεί, απότομος.