eterno: Difference between revisions
From LSJ
Kατεσκευάσθη τὸ ἱερὸν τοῦτο ποτήριον ... ἐν ἔτει ,αω'α' → Τhis holy cup was made ... in the year 1801
(2) |
mNo edit summary |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{esel | {{esel | ||
|sltx=[[ἀδιάστατος]], [[ἀένιος]], [[ἐναΐδιος]], [[ἀείγνητος]], [[ἀειχρόνιος]], [[ἀειγένητος]], [[ἀείζωος]], [[διαιώνιος]], [[ἀειγενής]], [[αἰώνιος]], [[αἰειγενέτης]], [[αἰανής]], [[ἀίδιος]], [[ἀκμής]], [[ἄληκτος]], [[ἀκατάπαυστος]], [[ἄτροπος]], [[ἄφθαρτος]], [[ἀκατάλυτος]], [[ἀγένητος]], [[ἀθάνατος]], [[ἀδάμαστος]], [[εἰσαεί]], [[δηναιός]], [[ἄχρονος]], [[ἀέναος]], [[ἀλώφητος]], [[ἀγήραος]], [[ἀνέκλειπτος]], [[ἀκατεύναστος]], [[ἀδιάδοχος]], [[αὐτόζωος]], [[ἀστέμβακτος]], [[ἀειθαλής]], [[ἀείφρουρος]] | |sltx=[[ἀδιάστατος]], [[ἀένιος]], [[ἐναΐδιος]], [[ἀείγνητος]], [[ἀειχρόνιος]], [[ἀειγένητος]], [[ἀείζωος]], [[διαιώνιος]], [[ἀειγενής]], [[αἰώνιος]], [[αἰειγενέτης]], [[αἰανής]], [[ἀίδιος]], [[ἀκμής]], [[ἄληκτος]], [[ἀκατάπαυστος]], [[ἄτροπος]], [[ἄφθαρτος]], [[ἀκατάλυτος]], [[ἀγένητος]], [[ἀθάνατος]], [[ἀδάμαστος]], [[εἰσαεί]], [[δηναιός]], [[ἄχρονος]], [[ἀέναος]], [[ἀλώφητος]], [[ἀγήραος]], [[ἀνέκλειπτος]], [[ἀκατεύναστος]], [[ἀδιάδοχος]], [[αὐτόζωος]], [[ἀστέμβακτος]], [[ἀειθαλής]], [[ἀείφρουρος]], [[αἰείφρουρος]] | ||
}} | }} |
Revision as of 18:19, 18 December 2021
Spanish > Greek
ἀδιάστατος, ἀένιος, ἐναΐδιος, ἀείγνητος, ἀειχρόνιος, ἀειγένητος, ἀείζωος, διαιώνιος, ἀειγενής, αἰώνιος, αἰειγενέτης, αἰανής, ἀίδιος, ἀκμής, ἄληκτος, ἀκατάπαυστος, ἄτροπος, ἄφθαρτος, ἀκατάλυτος, ἀγένητος, ἀθάνατος, ἀδάμαστος, εἰσαεί, δηναιός, ἄχρονος, ἀέναος, ἀλώφητος, ἀγήραος, ἀνέκλειπτος, ἀκατεύναστος, ἀδιάδοχος, αὐτόζωος, ἀστέμβακτος, ἀειθαλής, ἀείφρουρος, αἰείφρουρος