ἀνακηκίω: Difference between revisions
Οἱ βασιλεῖς τῇ ἐγκυκλοπαιδείᾳ, αὐτὴ τοῖς βασιλεῦσι (Salamanca inscription) → The kings for the university, and the university for the kings
(big3_4) |
(3) |
||
Line 24: | Line 24: | ||
{{DGE | {{DGE | ||
|dgtxt=<b class="num">I</b> intr.<br /><b class="num">1</b> [[brotar]] de líquidos [[αἷμα]] <i>Il</i>.7.262, ἱδρώς <i>Il</i>.13.705, ὕδωρ ... ἀνεκήκιε πέτρης A.R.3.227, πολιὴ δ' ἀνεκήκιεν [[ἅλμη]] Call.<i>Fr</i>.763, ἀφρὸς ἐρευθιόων πολιῆς ἀνεκήκιεν ἅλμης Nonn.<i>D</i>.39.248.<br /><b class="num">2</b> de otras cosas [[palpitar]] ζεῖ ... ὅλη καὶ ἀνακηκίει del alma cuando le salen las plumas, Pl.<i>Phdr</i>.251c.<br /><b class="num">II</b> c. ac. [[hacer brotar]] ἡ (Ἀργώ) ... βαρὺν ἀνακηκίει ἀτμόν A.R.4.600, ὀπώρη λευκὸν ... ἀνεκήκιεν ἀφρὸν ἐέρσης Nonn.<i>D</i>.12.359, λιγνὺν ... [[ἕλιξ]] ἀνεκήκιε σειρή Triph.322. | |dgtxt=<b class="num">I</b> intr.<br /><b class="num">1</b> [[brotar]] de líquidos [[αἷμα]] <i>Il</i>.7.262, ἱδρώς <i>Il</i>.13.705, ὕδωρ ... ἀνεκήκιε πέτρης A.R.3.227, πολιὴ δ' ἀνεκήκιεν [[ἅλμη]] Call.<i>Fr</i>.763, ἀφρὸς ἐρευθιόων πολιῆς ἀνεκήκιεν ἅλμης Nonn.<i>D</i>.39.248.<br /><b class="num">2</b> de otras cosas [[palpitar]] ζεῖ ... ὅλη καὶ ἀνακηκίει del alma cuando le salen las plumas, Pl.<i>Phdr</i>.251c.<br /><b class="num">II</b> c. ac. [[hacer brotar]] ἡ (Ἀργώ) ... βαρὺν ἀνακηκίει ἀτμόν A.R.4.600, ὀπώρη λευκὸν ... ἀνεκήκιεν ἀφρὸν ἐέρσης Nonn.<i>D</i>.12.359, λιγνὺν ... [[ἕλιξ]] ἀνεκήκιε σειρή Triph.322. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=[[ἀνακηκίω]] (Α)<br /><b>1.</b> [[αναβλύζω]], [[ξεπηδώ]]<br /><b>2.</b> [[κοχλάζω]], [[αναβράζω]]<br /><b>3.</b> [[κάνω]] [[κάτι]] να αναβλύσει.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ἀνα</i>- <span style="color: red;">+</span> [[κηκίω]] «[[αναβλύζω]], [[κοχλάζω]]»]. | |||
}} | }} |
Revision as of 06:19, 29 September 2017
English (LSJ)
A spout up, gush forth, ἀνεκήκιεν αἷμα Il.7.262; ἀνακηκίει ἱδρώς 13.705; πέτρης from... A.R.3.227. 2 rare in Prose, bubble up, throb violently, Pl.Phdr.251b. II causal, make to spout out, freq. in later Ep., A.R.4.600, Nonn.D.12.359, Tryph.322. [ῐ Ep., cf. κηκίω.]
German (Pape)
[Seite 191] hervordringen, -quellen, αἷμα, Il. 7, 262; ἱδρώς, ausbrechen, 13, 705. 23, 507, wie Plat. Phaedr. 151 b u. Hippocr. – Trans., hervorquellen lassen, ἀτμόν, aushauchen, Ap. Rh. 4, 600; Tryph. 322; Nonn.
Greek (Liddell-Scott)
ἀνακηκίω: ἀναφέρομαι, ἀναβλύζω, ἐκρέω, ἐξορμῶ, ἀνεκήκιεν αἷμα, «ἀνίει» (Σχολ.), Ἰλ. Η. 262· ἀνακηκίει ἱδρὼς Ν. 705· πέτρης = ἐκ πέτρης, Ἀπολλ. Ῥόδ. Γ. 227. 2) σπάν. παρὰ τοῖς πεζοῖς, ἀναβράζω, καχλάζω, πάλλομαι μετὰ σφοδρότητος, Πλάτ. Φαῖδρ. 251Β. ΙΙ. ἐνεργητικῶς, κάμνω τι νὰ ἀναβλύσῃ, νὰ ἐξορμήσῃ, συχνάκις παρὰ μεταγεν. Ἐπ., ὅρα Wellauer Ἀπολλ. Ῥόδ. Δ. 600. [ῐ Ἐπ., πρβλ. κηκίω].
French (Bailly abrégé)
seul. prés.
jaillir, suinter.
Étymologie: ἀνά, κηκίω.
English (Autenrieth)
gush up or forth, of blood and sweat. (Il.)
Spanish (DGE)
I intr.
1 brotar de líquidos αἷμα Il.7.262, ἱδρώς Il.13.705, ὕδωρ ... ἀνεκήκιε πέτρης A.R.3.227, πολιὴ δ' ἀνεκήκιεν ἅλμη Call.Fr.763, ἀφρὸς ἐρευθιόων πολιῆς ἀνεκήκιεν ἅλμης Nonn.D.39.248.
2 de otras cosas palpitar ζεῖ ... ὅλη καὶ ἀνακηκίει del alma cuando le salen las plumas, Pl.Phdr.251c.
II c. ac. hacer brotar ἡ (Ἀργώ) ... βαρὺν ἀνακηκίει ἀτμόν A.R.4.600, ὀπώρη λευκὸν ... ἀνεκήκιεν ἀφρὸν ἐέρσης Nonn.D.12.359, λιγνὺν ... ἕλιξ ἀνεκήκιε σειρή Triph.322.
Greek Monolingual
ἀνακηκίω (Α)
1. αναβλύζω, ξεπηδώ
2. κοχλάζω, αναβράζω
3. κάνω κάτι να αναβλύσει.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ἀνα- + κηκίω «αναβλύζω, κοχλάζω»].