ἀντιπροσαγορεύω: Difference between revisions

From LSJ

Ἡ γὰρ σιωπὴ μαρτυρεῖ τὸ μὴ θέλειν → Hominem non velle significat silentium → Das Schweigen zeugt davon, dass der, der schweigt, nicht will

Menander, Monostichoi, 223
(big3_5)
(5)
Line 21: Line 21:
{{DGE
{{DGE
|dgtxt=<b class="num">• Morfología:</b> [aor. ind. act. [[ἀντιπροσεῖπον]] Thphr.<i>Char</i>.15.3, pas. [[ἀντιπροσερρήθην]] X.<i>Mem</i>.3.13.1]<br />[[devolver el saludo]] προσαγορευθεὶς μὴ ἀντιπροσειπεῖν Thphr.l.c., ὃν ἀσπασάμενον οὐκ ἀντιπροσηγόρευσεν ἐξ ὀνόματος Plu.<i>Crass</i>.3, en v. pas. προσειπών τινα χαίρειν οὐκ ἀντιπροσερρήθη X.l.c., cf. Aristaenet.1.4.26.
|dgtxt=<b class="num">• Morfología:</b> [aor. ind. act. [[ἀντιπροσεῖπον]] Thphr.<i>Char</i>.15.3, pas. [[ἀντιπροσερρήθην]] X.<i>Mem</i>.3.13.1]<br />[[devolver el saludo]] προσαγορευθεὶς μὴ ἀντιπροσειπεῖν Thphr.l.c., ὃν ἀσπασάμενον οὐκ ἀντιπροσηγόρευσεν ἐξ ὀνόματος Plu.<i>Crass</i>.3, en v. pas. προσειπών τινα χαίρειν οὐκ ἀντιπροσερρήθη X.l.c., cf. Aristaenet.1.4.26.
}}
{{grml
|mltxt=[[ἀντιπροσαγορεύω]] (Α)<br />[[ανταποδίδω]] [[προσφώνηση]] ή χαιρετισμό.
}}
}}

Revision as of 06:21, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀντιπροσᾰγορεύω Medium diacritics: ἀντιπροσαγορεύω Low diacritics: αντιπροσαγορεύω Capitals: ΑΝΤΙΠΡΟΣΑΓΟΡΕΥΩ
Transliteration A: antiprosagoreúō Transliteration B: antiprosagoreuō Transliteration C: antiprosagoreyo Beta Code: a)ntiprosagoreu/w

English (LSJ)

   A return salute, Plu. Crass.3 (in aor. -ευσα):— but in earlier Prose, aor. 2 ἀντιπροσεῖπον Thphr.Char.15.3:—Pass., ἀντιπροσερρήθην X.Mem.3.13.1.

German (Pape)

[Seite 259] dagegen anreden u. begrüßen, Plut. Crass. 3.

Greek (Liddell-Scott)

ἀντιπροσᾰγορεύω: ἀνταποδίδω χαιρετισμόν, ἀντασπάζομαι, οὐδενὶ γὰρ οὕτως ἀπήντησε Ρωμαίων ἀδόξῳ καὶ ταπεινῷ Κράσσος, ὃν ἀσπασάμενον οὐκ ἀντιπροσηγόρευσεν ἐξ ὀνόματος Πλουτ. Κράσσ. 3: - ἀλλ’ ὁ Ἀττ. ἀόρ. εἶναι ἀντιπροσεῖπον Θεοφρ. Χαρ. 15· παθ. ἀντιπροσερρήθην Ξεν. Ἀπομ. 3.13, 1.

French (Bailly abrégé)

rendre un salut à, acc..
Étymologie: ἀντί, προσαγορεύω.

Spanish (DGE)

• Morfología: [aor. ind. act. ἀντιπροσεῖπον Thphr.Char.15.3, pas. ἀντιπροσερρήθην X.Mem.3.13.1]
devolver el saludo προσαγορευθεὶς μὴ ἀντιπροσειπεῖν Thphr.l.c., ὃν ἀσπασάμενον οὐκ ἀντιπροσηγόρευσεν ἐξ ὀνόματος Plu.Crass.3, en v. pas. προσειπών τινα χαίρειν οὐκ ἀντιπροσερρήθη X.l.c., cf. Aristaenet.1.4.26.

Greek Monolingual

ἀντιπροσαγορεύω (Α)
ανταποδίδω προσφώνηση ή χαιρετισμό.