ἀσύμφορος: Difference between revisions

From LSJ

ἔργοισι χρηστός, οὐ λόγοις ἔφυν μόνον → a friend in deeds, and not in words alone

Source
(big3_7)
(6)
Line 21: Line 21:
{{DGE
{{DGE
|dgtxt=-ον<br /><br /><b class="num">• Alolema(s):</b> át. ἀξύμφορος Th.3.40<br /><b class="num">I</b> <b class="num">1</b>[[no conveniente]], [[no ventajoso]] e.e. [[perjudicial]] gener. c. dat. φυτοῖσι Hes.<i>Op</i>.782, τοῖς σπλάγχνοις Hp.<i>Acut</i>.56, ἃ δ' ἐστὶ γήρᾳ τῷδ' ἀσυμφορώτατα lo que es lo más intolerable para la vejez</i> E.<i>Tr</i>.491, ὑμῖν Antipho 2.1.10, τῇ ἀρχῆ Th.l.c., τῷ ἥττονι Pl.<i>R</i>.367c, αὐτῷ X.<i>Cyr</i>.5.2.24, ἐλαίῳ Plu.2.702c, ἡμῖν 2<i>Ep.Clem</i>.6.1, τῷ βίῳ <i>Hom.Clem</i>.4.14, ἐκείνοις D.Chr.7.108, ἀγαθοῖς Plot.3.2.13<br /><b class="num">•</b>c. régimen prep. ἀ. ἐς τὰ αὐτῶν ἡμέτερα perjudicial para nuestros intereses</i> Th.1.32, ἀσύμφορον δρῶντες πρὸς τὴν ... ἀντεξόρμησιν Th.2.91<br /><b class="num">•</b>c. inf. ἔστιν ὁ λόγος ... ῥηθῆναι δ' οὐκ ἀ. la respuesta es útil de dar</i> Isoc.15.115, cf. Pl.<i>Cra</i>.417d<br /><b class="num">•</b>abs. μοῦσάν τιν' ἄτοπον εἰσάγεις, ἀσύμφορον E.<i>Fr</i>.184, ἔργον Gorg.B 11a.25, πόλεμος Isoc.15.117, μὴ ... ἀσύμφορον ... ᾖ para que no sea perjudicial</i> Aen.Tact.24.18, τὰ κακά Chrysipp.<i>Stoic</i>.3.22, αὐτὸ πράττειν ἀσύμφορον ἡγεῖτο Plb.2.47.7, ἵνα ... ἀ. γείνηται μηδέν <i>IG</i> 2<sup>2</sup>.1062.10 (I a.C.), [[ἔλεος]] Plu.2.60e, φυγή D.Chr.13.8, [[βούλευμα]] D.C.40.20.2, [[εἱρμός]] Aristid.Quint.133.3, cf. Hsch.<br /><b class="num">•</b>subst. plu. τὰ ἀσύμφορα los daños</i> Democr.B 4, τὰ αὑτοῖς ἀσύμφορα Pl.<i>R</i>.340b, συμφερόντων καὶ ἀσυμφόρων [[βλέψις]] la consideración de lo útil y lo perjudicial</i> Epicur.<i>Ep</i>.[4] 130.2.<br /><b class="num">2</b> de alimentos [[mal combinados]], [[mal mezclados]] ἀλλήλοισιν Hp.<i>Vict</i>.2.42.<br /><b class="num">3</b> [[absurdo]], [[irracional]] σωτηρία Iust.Phil.<i>Fr</i>.107p.38.<br /><b class="num">II</b> adv. -ως [[sin utilidad]] τὰ δὲ ἀ. ἔχειν ἐλογίζοντο X.<i>HG</i> 6.3.1, cf. 6.5.51, ἀ. ζῆν πρὸς τὴν πολιτείαν Arist.<i>Pol</i>.1308<sup>b</sup>21, πράσσειν ἀ. D.Chr.14.18.
|dgtxt=-ον<br /><br /><b class="num">• Alolema(s):</b> át. ἀξύμφορος Th.3.40<br /><b class="num">I</b> <b class="num">1</b>[[no conveniente]], [[no ventajoso]] e.e. [[perjudicial]] gener. c. dat. φυτοῖσι Hes.<i>Op</i>.782, τοῖς σπλάγχνοις Hp.<i>Acut</i>.56, ἃ δ' ἐστὶ γήρᾳ τῷδ' ἀσυμφορώτατα lo que es lo más intolerable para la vejez</i> E.<i>Tr</i>.491, ὑμῖν Antipho 2.1.10, τῇ ἀρχῆ Th.l.c., τῷ ἥττονι Pl.<i>R</i>.367c, αὐτῷ X.<i>Cyr</i>.5.2.24, ἐλαίῳ Plu.2.702c, ἡμῖν 2<i>Ep.Clem</i>.6.1, τῷ βίῳ <i>Hom.Clem</i>.4.14, ἐκείνοις D.Chr.7.108, ἀγαθοῖς Plot.3.2.13<br /><b class="num">•</b>c. régimen prep. ἀ. ἐς τὰ αὐτῶν ἡμέτερα perjudicial para nuestros intereses</i> Th.1.32, ἀσύμφορον δρῶντες πρὸς τὴν ... ἀντεξόρμησιν Th.2.91<br /><b class="num">•</b>c. inf. ἔστιν ὁ λόγος ... ῥηθῆναι δ' οὐκ ἀ. la respuesta es útil de dar</i> Isoc.15.115, cf. Pl.<i>Cra</i>.417d<br /><b class="num">•</b>abs. μοῦσάν τιν' ἄτοπον εἰσάγεις, ἀσύμφορον E.<i>Fr</i>.184, ἔργον Gorg.B 11a.25, πόλεμος Isoc.15.117, μὴ ... ἀσύμφορον ... ᾖ para que no sea perjudicial</i> Aen.Tact.24.18, τὰ κακά Chrysipp.<i>Stoic</i>.3.22, αὐτὸ πράττειν ἀσύμφορον ἡγεῖτο Plb.2.47.7, ἵνα ... ἀ. γείνηται μηδέν <i>IG</i> 2<sup>2</sup>.1062.10 (I a.C.), [[ἔλεος]] Plu.2.60e, φυγή D.Chr.13.8, [[βούλευμα]] D.C.40.20.2, [[εἱρμός]] Aristid.Quint.133.3, cf. Hsch.<br /><b class="num">•</b>subst. plu. τὰ ἀσύμφορα los daños</i> Democr.B 4, τὰ αὑτοῖς ἀσύμφορα Pl.<i>R</i>.340b, συμφερόντων καὶ ἀσυμφόρων [[βλέψις]] la consideración de lo útil y lo perjudicial</i> Epicur.<i>Ep</i>.[4] 130.2.<br /><b class="num">2</b> de alimentos [[mal combinados]], [[mal mezclados]] ἀλλήλοισιν Hp.<i>Vict</i>.2.42.<br /><b class="num">3</b> [[absurdo]], [[irracional]] σωτηρία Iust.Phil.<i>Fr</i>.107p.38.<br /><b class="num">II</b> adv. -ως [[sin utilidad]] τὰ δὲ ἀ. ἔχειν ἐλογίζοντο X.<i>HG</i> 6.3.1, cf. 6.5.51, ἀ. ζῆν πρὸς τὴν πολιτείαν Arist.<i>Pol</i>.1308<sup>b</sup>21, πράσσειν ἀ. D.Chr.14.18.
}}
{{grml
|mltxt=-η, -ο (AM [[ἀσύμφορος]], -ον, Α και ἀξύμφορος) [[συμφέρω]]<br /><b>1.</b> αυτός που δεν συμφέρει, [[ανώφελος]], [[επιζήμιος]]<br /><b>2.</b> ο [[ακατάλληλος]]<br /><b>αρχ.-μσν.</b><br />[[παράλογος]].
}}
}}

Revision as of 06:59, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀσύμφορος Medium diacritics: ἀσύμφορος Low diacritics: ασύμφορος Capitals: ΑΣΥΜΦΟΡΟΣ
Transliteration A: asýmphoros Transliteration B: asymphoros Transliteration C: asymforos Beta Code: a)su/mforos

English (LSJ)

Att. ἀξ-, ον,

   A inconvenient, prejudicial, φυτοῖσιν Hes.Op.782, cf. Hp.Acut.56, Antipho 2.1.10, Th.3.40; ἔς τι Id.1.32; πρός τι Id.2.91: Sup., E.Tr.491; ἀσυμφορώτατον ὑμῖν ἔθος εἰσάγειν D.19.2. Adv. -ρως, ἔχειν X.HG6.3.1; ζῆν πρὸς τὴν πολιτείαν Arist.Pol.1308b21.

German (Pape)

[Seite 380] nicht zuträglich, nicht nützlich, Hes. O. 780; superl. Eur. Tr. 491; oft Prosa, Thuc. 1, 32 Antipho. II α 10 Dem. 24, 25; neben ἀνωφελής Plat. Crat. 147 d; bes. ποιεῖν, συμβουλεύειν.

Greek (Liddell-Scott)

ἀσύμφορος: παλ. Ἀττ. ἀξύμφορος, ὁ μὴ συμφέρων, ἀνωφελής, ἀπρόσφορος, Ἡσ. Ἔργ. κ. Ἡμ. 780: μετὰ δοτ. μὴ συντελῶν πρός τι, ἐναντίος εἴς τι, βλαπτικός, Ἱππ. π. Διαίτ. Ὀξ. 393, Εὐρ. Τρῳ. 491, Ἀντιφῶν 116. 11, Θουκ. 3. 40. ἔς τι ὁ αὐτ. 1. 32· πρός τι ὁ αὐτ. 2. 91: Ὑπερθ., ἀσυμφορώτατον ὑμῖν ἔθος εἰσάγειν Δημ. 341. 20. - Ἐπίρρ. -ρως Ξεν. Ἑλλ. 6. 3, 1, Ἀριστ. Πολ. 5. 8, 13.

French (Bailly abrégé)

ος, ον :
inutile, nuisible;
Sp. ἀσυμφορώτατος.
Étymologie: ἀ, σύμφορος.

Spanish (DGE)

-ον

• Alolema(s): át. ἀξύμφορος Th.3.40
I 1no conveniente, no ventajoso e.e. perjudicial gener. c. dat. φυτοῖσι Hes.Op.782, τοῖς σπλάγχνοις Hp.Acut.56, ἃ δ' ἐστὶ γήρᾳ τῷδ' ἀσυμφορώτατα lo que es lo más intolerable para la vejez E.Tr.491, ὑμῖν Antipho 2.1.10, τῇ ἀρχῆ Th.l.c., τῷ ἥττονι Pl.R.367c, αὐτῷ X.Cyr.5.2.24, ἐλαίῳ Plu.2.702c, ἡμῖν 2Ep.Clem.6.1, τῷ βίῳ Hom.Clem.4.14, ἐκείνοις D.Chr.7.108, ἀγαθοῖς Plot.3.2.13
c. régimen prep. ἀ. ἐς τὰ αὐτῶν ἡμέτερα perjudicial para nuestros intereses Th.1.32, ἀσύμφορον δρῶντες πρὸς τὴν ... ἀντεξόρμησιν Th.2.91
c. inf. ἔστιν ὁ λόγος ... ῥηθῆναι δ' οὐκ ἀ. la respuesta es útil de dar Isoc.15.115, cf. Pl.Cra.417d
abs. μοῦσάν τιν' ἄτοπον εἰσάγεις, ἀσύμφορον E.Fr.184, ἔργον Gorg.B 11a.25, πόλεμος Isoc.15.117, μὴ ... ἀσύμφορον ... ᾖ para que no sea perjudicial Aen.Tact.24.18, τὰ κακά Chrysipp.Stoic.3.22, αὐτὸ πράττειν ἀσύμφορον ἡγεῖτο Plb.2.47.7, ἵνα ... ἀ. γείνηται μηδέν IG 22.1062.10 (I a.C.), ἔλεος Plu.2.60e, φυγή D.Chr.13.8, βούλευμα D.C.40.20.2, εἱρμός Aristid.Quint.133.3, cf. Hsch.
subst. plu. τὰ ἀσύμφορα los daños Democr.B 4, τὰ αὑτοῖς ἀσύμφορα Pl.R.340b, συμφερόντων καὶ ἀσυμφόρων βλέψις la consideración de lo útil y lo perjudicial Epicur.Ep.[4] 130.2.
2 de alimentos mal combinados, mal mezclados ἀλλήλοισιν Hp.Vict.2.42.
3 absurdo, irracional σωτηρία Iust.Phil.Fr.107p.38.
II adv. -ως sin utilidad τὰ δὲ ἀ. ἔχειν ἐλογίζοντο X.HG 6.3.1, cf. 6.5.51, ἀ. ζῆν πρὸς τὴν πολιτείαν Arist.Pol.1308b21, πράσσειν ἀ. D.Chr.14.18.

Greek Monolingual

-η, -ο (AM ἀσύμφορος, -ον, Α και ἀξύμφορος) συμφέρω
1. αυτός που δεν συμφέρει, ανώφελος, επιζήμιος
2. ο ακατάλληλος
αρχ.-μσν.
παράλογος.