ἀφρούρητος: Difference between revisions

From LSJ

ποταμῷ γὰρ οὐκ ἔστιν ἐμβῆναι δὶς τῷ αὐτῷ → it is impossible to step twice in the same river, you cannot step twice into the same rivers

Source
(big3_8)
(7)
Line 21: Line 21:
{{DGE
{{DGE
|dgtxt=-ον<br /><br /><b class="num">• Alolema(s):</b> dór. -ρα <i>IAE</i> 25.4 (III a.C.)<br />[[carente de protección]], [[desprotegido]] ἀφρούρητον ... μηδὲν εἰς δύναμιν ἔστω ref. a la ciu., Pl.<i>Lg</i>.760a, cf. Plu.2.340f, χώρα Gal.18(1).321, αὐτόνομοι ὄντες καὶ ἀφρούρατοι <i>IAE</i> l.c.<br /><b class="num">•</b>en sent. militar [[carente de protección]] πόλις <i>IIl</i>.45.14 (II a.C.), πόλεις Plb.4.25.7, ἀφιᾶσιν ἀφρουρήτους καὶ ἐλευθέρους (τοὺς Κορινθίους, Φωκείς ...) Plu.<i>Flam</i>.10, πύλαι Longus 3.2.1, νηῦς Longus 2.13.1.
|dgtxt=-ον<br /><br /><b class="num">• Alolema(s):</b> dór. -ρα <i>IAE</i> 25.4 (III a.C.)<br />[[carente de protección]], [[desprotegido]] ἀφρούρητον ... μηδὲν εἰς δύναμιν ἔστω ref. a la ciu., Pl.<i>Lg</i>.760a, cf. Plu.2.340f, χώρα Gal.18(1).321, αὐτόνομοι ὄντες καὶ ἀφρούρατοι <i>IAE</i> l.c.<br /><b class="num">•</b>en sent. militar [[carente de protección]] πόλις <i>IIl</i>.45.14 (II a.C.), πόλεις Plb.4.25.7, ἀφιᾶσιν ἀφρουρήτους καὶ ἐλευθέρους (τοὺς Κορινθίους, Φωκείς ...) Plu.<i>Flam</i>.10, πύλαι Longus 3.2.1, νηῦς Longus 2.13.1.
}}
{{grml
|mltxt=-η, -ο (AM [[ἀφρούρητος]], -ον)<br />αυτός που δεν φρουρείται ή δεν επιτηρείται.
}}
}}

Revision as of 07:00, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀφρούρητος Medium diacritics: ἀφρούρητος Low diacritics: αφρούρητος Capitals: ΑΦΡΟΥΡΗΤΟΣ
Transliteration A: aphroúrētos Transliteration B: aphrourētos Transliteration C: afroyritos Beta Code: a)frou/rhtos

English (LSJ)

ον,

   A unguarded, Pl.Lg.760a, Plu.2.34of; ungarrisoned, Plb.4.25.7, al., Plu.Flam.10: metaph., Gal.18(1).321.

German (Pape)

[Seite 415] unbewacht, Plat. Legg. VI, 760 a; πόλις, ohne Besatzung, Pol. Plut.

Greek (Liddell-Scott)

ἀφρούρητος: -ον, ὁ μὴ φρουρούμενος, στερούμενος φρουρᾶς, Πλάτ. Νόμ. 760Α, Πολύβ. 4. 25, 7.

French (Bailly abrégé)

ος, ον :
1 sans gardien;
2 sans garnison.
Étymologie: ἀ, φρουρέω.

Spanish (DGE)

-ον

• Alolema(s): dór. -ρα IAE 25.4 (III a.C.)
carente de protección, desprotegido ἀφρούρητον ... μηδὲν εἰς δύναμιν ἔστω ref. a la ciu., Pl.Lg.760a, cf. Plu.2.340f, χώρα Gal.18(1).321, αὐτόνομοι ὄντες καὶ ἀφρούρατοι IAE l.c.
en sent. militar carente de protección πόλις IIl.45.14 (II a.C.), πόλεις Plb.4.25.7, ἀφιᾶσιν ἀφρουρήτους καὶ ἐλευθέρους (τοὺς Κορινθίους, Φωκείς ...) Plu.Flam.10, πύλαι Longus 3.2.1, νηῦς Longus 2.13.1.

Greek Monolingual

-η, -ο (AM ἀφρούρητος, -ον)
αυτός που δεν φρουρείται ή δεν επιτηρείται.