ἔκβρασις: Difference between revisions
ὦ Θάνατε Θάνατε, νῦν μ' ἐπίσκεψαι μολών → o Death, Death, come now and lay your eyes on me | o death death, come now and look upon me
(big3_13) |
(10) |
||
Line 18: | Line 18: | ||
{{DGE | {{DGE | ||
|dgtxt=-εως, ἡ<br /><b class="num">1</b> medic. [[erupción]] cutánea ἀπὸ χολωδεστέρου αἵματος ἔ. γίνεται Steph.<i>in Hp.Aph</i>.1.166.19, cf. 2.138.23, ὑπὸ φθειρῶν ὑπερβλύσεως καὶ ἐκβράσεως τὸν βίον καταστρέφει Hsch.Mil. en Sud.s.u. Καλλισθένης (cf. [[ἐκβράσσω]] II 1).<br /><b class="num">2</b> [[eructo]], [[regüeldo]] glos. a ἐρυγή Hsch.<br /><b class="num">3</b> [[escollo]], [[rompiente]], <i>EM</i> 494.14G. | |dgtxt=-εως, ἡ<br /><b class="num">1</b> medic. [[erupción]] cutánea ἀπὸ χολωδεστέρου αἵματος ἔ. γίνεται Steph.<i>in Hp.Aph</i>.1.166.19, cf. 2.138.23, ὑπὸ φθειρῶν ὑπερβλύσεως καὶ ἐκβράσεως τὸν βίον καταστρέφει Hsch.Mil. en Sud.s.u. Καλλισθένης (cf. [[ἐκβράσσω]] II 1).<br /><b class="num">2</b> [[eructo]], [[regüeldo]] glos. a ἐρυγή Hsch.<br /><b class="num">3</b> [[escollo]], [[rompiente]], <i>EM</i> 494.14G. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=[[ἔκβρασις]], η (Μ)<br /><b>1.</b> το [[νερό]] που χύνεται έξω όταν κοχλάζει<br /><b>2.</b> (για ανέμους) [[ξέσπασμα]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 07:06, 29 September 2017
English (LSJ)
εως, ἡ,
A pullulation, φθειρῶν Suid. 2 αἱ κοῖλαι ἐ. breakers, EM494.14.
German (Pape)
[Seite 755] ἡ, das Auswerfen, Aussprudeln, Sp.
Greek (Liddell-Scott)
ἔκβρᾰσις: -εως, ἡ, ὅταν καχλάζον ἐκρίπτηται τὸ ὕδωρ, ἢ τὸ μέρος ἔνθα ἐκρίπτεται, Ἐτυμ. Μ. ἐν λέξει καχλάζω, σ. 494, 14, Ἡσύχ. ἐν λέξει ἐρυγή, κλ.
Spanish (DGE)
-εως, ἡ
1 medic. erupción cutánea ἀπὸ χολωδεστέρου αἵματος ἔ. γίνεται Steph.in Hp.Aph.1.166.19, cf. 2.138.23, ὑπὸ φθειρῶν ὑπερβλύσεως καὶ ἐκβράσεως τὸν βίον καταστρέφει Hsch.Mil. en Sud.s.u. Καλλισθένης (cf. ἐκβράσσω II 1).
2 eructo, regüeldo glos. a ἐρυγή Hsch.
3 escollo, rompiente, EM 494.14G.
Greek Monolingual
ἔκβρασις, η (Μ)
1. το νερό που χύνεται έξω όταν κοχλάζει
2. (για ανέμους) ξέσπασμα.