πλήτης: Difference between revisions

From LSJ

ἐπιφᾶναι τοῖς ἐν σκότει καὶ σκιᾷ θανάτου καθημένοις, τοῦ κατευθῦναι τοὺς πόδας ἡμῶν εἰς ὁδὸν εἰρήνης → to give light to them that sit in darkness and in the shadow of death to guide our feet into the way of peace | to shine on those who live in darkness and the shadow of death, to guide our feet into the way of peace

Source
(b)
(33)
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0636.png Seite 636]] ὁ, ion. statt [[πελάτης]], Hesych.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0636.png Seite 636]] ὁ, ion. statt [[πελάτης]], Hesych.
}}
{{grml
|mltxt=ὁ, Α<br /><i>([[κατά]] τον <b>Ησύχ.</b>)</i> «[[πλησιαστής]]».<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Η λ. έχει σχηματιστεί από τη [[ρίζα]] <i>pel</i><i>ā</i>- του [[πέλας]], με μηδενισμένο το πρώτο [[φωνήεν]] και απαθές το δεύτερο, <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>της</i>].
}}
}}

Revision as of 12:18, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πλήτης Medium diacritics: πλήτης Low diacritics: πλήτης Capitals: ΠΛΗΤΗΣ
Transliteration A: plḗtēs Transliteration B: plētēs Transliteration C: plitis Beta Code: plh/ths

English (LSJ)

πλησιαστής, Hsch. πλητήσαντα· δηλοῦντα, Id. πλητίνες· δέλτοι, Id. πλῆτο, 3sg. aor. Pass. both of πίμπλημι and of πελάζω.

German (Pape)

[Seite 636] ὁ, ion. statt πελάτης, Hesych.

Greek Monolingual

ὁ, Α
(κατά τον Ησύχ.) «πλησιαστής».
[ΕΤΥΜΟΛ. Η λ. έχει σχηματιστεί από τη ρίζα pelā- του πέλας, με μηδενισμένο το πρώτο φωνήεν και απαθές το δεύτερο, + κατάλ. -της].