ἐπιπομπεύω: Difference between revisions

From LSJ

ἀνάγκᾳ δ' οὐδὲ θεοὶ μάχονται → but not even gods fight necessity (Simonides, fr. 37.1.29)

Source
(13)
(4)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἐπιπομπεύω]] (Α) [[πομπεύω]]<br />[[τελώ]] [[πομπή]], [[κάνω]] θρίαμβο, και [[επομένως]] [[χαίρομαι]], [[πανηγυρίζω]] («ταῑς τῆς πατρίδος ἐπιπομπεύειν συμφοραῑς», <b>Πλούτ.</b>).
|mltxt=[[ἐπιπομπεύω]] (Α) [[πομπεύω]]<br />[[τελώ]] [[πομπή]], [[κάνω]] θρίαμβο, και [[επομένως]] [[χαίρομαι]], [[πανηγυρίζω]] («ταῑς τῆς πατρίδος ἐπιπομπεύειν συμφοραῑς», <b>Πλούτ.</b>).
}}
{{lsm
|lsmtext='''ἐπιπομπεύω:''' μέλ. <i>-σω</i>, [[θριαμβεύω]], <i>τινί</i>, σε Πλούτ.
}}
}}

Revision as of 20:56, 30 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐπιπομπεύω Medium diacritics: ἐπιπομπεύω Low diacritics: επιπομπεύω Capitals: ΕΠΙΠΟΜΠΕΥΩ
Transliteration A: epipompeúō Transliteration B: epipompeuō Transliteration C: epipompeyo Beta Code: e)pipompeu/w

English (LSJ)

   A triumph over, ταῖς τῆς πατρίδος συμφοραῖς Plu.Caes. 56.

German (Pape)

[Seite 972] worüber triumphiren, ταῖς πατρίδος συμφοραῖς Plut. Caes. 56.

Greek (Liddell-Scott)

ἐπιπομπεύω: ἐμπομπεύω, πομπεύω ἐπί τινι, ταῖς πατρίδος ἐπιπομπεύειν συμφοραῖς οὐ καλῶς εἶχεν Πλουτ. Καῖσ. 56.

French (Bailly abrégé)

triompher sur, triompher de, τινι.
Étymologie: ἐπί, πομπεύω.

Greek Monolingual

ἐπιπομπεύω (Α) πομπεύω
τελώ πομπή, κάνω θρίαμβο, και επομένως χαίρομαι, πανηγυρίζω («ταῑς τῆς πατρίδος ἐπιπομπεύειν συμφοραῑς», Πλούτ.).

Greek Monotonic

ἐπιπομπεύω: μέλ. -σω, θριαμβεύω, τινί, σε Πλούτ.