δεινοπαθέω: Difference between revisions

From LSJ

Δέσποινα γὰρ γέροντι νυμφίῳ γυνή → Mulier fit domina sponso, simulac senuerit → Die Frau beherrscht, sobald er alt, den Bräutigam

Menander, Monostichoi, 129
(big3_10)
(3)
Line 21: Line 21:
{{DGE
{{DGE
|dgtxt=[[quejarse con vehemencia]] acompañado de cuasi sinón. σχετλιάζων καὶ δεινοπαθῶν D.40.53, οὐκ ἔκλαιε καὶ ἐδεινοπάθει Teles p.58, cf. D.H.4.85, Ps.Callisth.132.8, Procop.<i>Arc</i>.10.6, παρὼν καὶ δεινοπαθῶν D.S.12.24, cf. I.<i>AI</i> 1.312, Anon.<i>in Rh</i>.247.32, πρὸς μηδὲν ἀγανακτικῶς διατιθέμενον μηδὲ δεινοπαθοῦντα M.Ant.11.13, ἐδεινοπάθει καὶ ὠδύρετο D.C.46.53.3<br /><b class="num">•</b>gener. τοῦ δὲ νεανίσκου δεινοπαθοῦντος Plb.12.16.9, κάρτα δὲ δεινοπαθέων Luc.<i>Syr.D</i>.24, μᾶλλον ... ἐδεινοπάθει Ach.Tat.6.5.3<br /><b class="num">•</b>c. ἐπί y dat. [[quejarse mucho por]] ἐπὶ τῷ Κλείτου φόνῳ δεινοπαθοῦντα ... Ἀλέξανδρον a Alejandro que se quejaba mucho por la muerte de Clito</i> Plu.2.781a, ἐπ' αὐτόν I.<i>AI</i> 1.312, οἱ δὲ ... πρεσβύτεροι δεινοπαθοῦντες ἐπὶ τῷ τὸν ... ἀδελφὸν ... μετέχειν τῆς ἀρχιερωσύνης I.<i>AI</i> 11.306, ὁ δὲ ἐπὶ τούτῳ δεινοπαθήσας Aesop.51.
|dgtxt=[[quejarse con vehemencia]] acompañado de cuasi sinón. σχετλιάζων καὶ δεινοπαθῶν D.40.53, οὐκ ἔκλαιε καὶ ἐδεινοπάθει Teles p.58, cf. D.H.4.85, Ps.Callisth.132.8, Procop.<i>Arc</i>.10.6, παρὼν καὶ δεινοπαθῶν D.S.12.24, cf. I.<i>AI</i> 1.312, Anon.<i>in Rh</i>.247.32, πρὸς μηδὲν ἀγανακτικῶς διατιθέμενον μηδὲ δεινοπαθοῦντα M.Ant.11.13, ἐδεινοπάθει καὶ ὠδύρετο D.C.46.53.3<br /><b class="num">•</b>gener. τοῦ δὲ νεανίσκου δεινοπαθοῦντος Plb.12.16.9, κάρτα δὲ δεινοπαθέων Luc.<i>Syr.D</i>.24, μᾶλλον ... ἐδεινοπάθει Ach.Tat.6.5.3<br /><b class="num">•</b>c. ἐπί y dat. [[quejarse mucho por]] ἐπὶ τῷ Κλείτου φόνῳ δεινοπαθοῦντα ... Ἀλέξανδρον a Alejandro que se quejaba mucho por la muerte de Clito</i> Plu.2.781a, ἐπ' αὐτόν I.<i>AI</i> 1.312, οἱ δὲ ... πρεσβύτεροι δεινοπαθοῦντες ἐπὶ τῷ τὸν ... ἀδελφὸν ... μετέχειν τῆς ἀρχιερωσύνης I.<i>AI</i> 11.306, ὁ δὲ ἐπὶ τούτῳ δεινοπαθήσας Aesop.51.
}}
{{lsm
|lsmtext='''δεινοπᾰθέω:''' μέλ. <i>-ήσω</i> ([[παθεῖν]]), [[παραπονιέμαι]] μεγαλόφωνα για τις δυστυχίες μου, σε Δημ.
}}
}}

Revision as of 22:04, 30 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: δεινοπᾰθέω Medium diacritics: δεινοπαθέω Low diacritics: δεινοπαθέω Capitals: ΔΕΙΝΟΠΑΘΕΩ
Transliteration A: deinopathéō Transliteration B: deinopatheō Transliteration C: deinopatheo Beta Code: deinopaqe/w

English (LSJ)

   A complain loudly of sufferings, D.40.53, Telesp.58H., Plb.12.16.9, Luc.Syr.D.24; ἐπί τινι D.S.19.75, Plu.2.781a.

German (Pape)

[Seite 538] Schreckliches erdulden, u. über sein Leid heftig klagen, Dem. 40, 53; Pol. 12, 16, 9 u. Sp.; ἐπί τινι D. Sic. 19, 75.

Greek (Liddell-Scott)

δεινοπᾰθέω: (παθεῑν) μεγαλοφώνως παραπονοῦμαι διὰ τὰ παθήματά μου, Δημ. 1023, ἐν τέλ., Πολύβ. 12. 6, 9· ἐπί τινι Διόδ. 19. 75, Πλούτ. 2.781Α. ― Τὸ οὐσιαστ. δεινοπάθεια κατακρίνεται ὡς εὐτελὲς ὑπὸ τοῦ Πολυδ. Ϛ΄, 201, πρβλ. Σουΐδ. ἐν λ. τραγῳδία.

French (Bailly abrégé)

-ῶ :
seul. prés., impf. et ao.
subir de mauvais traitements, être maltraité ou lésé ; se plaindre avec véhémence.
Étymologie: δεινός, πάθος.

Spanish (DGE)

quejarse con vehemencia acompañado de cuasi sinón. σχετλιάζων καὶ δεινοπαθῶν D.40.53, οὐκ ἔκλαιε καὶ ἐδεινοπάθει Teles p.58, cf. D.H.4.85, Ps.Callisth.132.8, Procop.Arc.10.6, παρὼν καὶ δεινοπαθῶν D.S.12.24, cf. I.AI 1.312, Anon.in Rh.247.32, πρὸς μηδὲν ἀγανακτικῶς διατιθέμενον μηδὲ δεινοπαθοῦντα M.Ant.11.13, ἐδεινοπάθει καὶ ὠδύρετο D.C.46.53.3
gener. τοῦ δὲ νεανίσκου δεινοπαθοῦντος Plb.12.16.9, κάρτα δὲ δεινοπαθέων Luc.Syr.D.24, μᾶλλον ... ἐδεινοπάθει Ach.Tat.6.5.3
c. ἐπί y dat. quejarse mucho por ἐπὶ τῷ Κλείτου φόνῳ δεινοπαθοῦντα ... Ἀλέξανδρον a Alejandro que se quejaba mucho por la muerte de Clito Plu.2.781a, ἐπ' αὐτόν I.AI 1.312, οἱ δὲ ... πρεσβύτεροι δεινοπαθοῦντες ἐπὶ τῷ τὸν ... ἀδελφὸν ... μετέχειν τῆς ἀρχιερωσύνης I.AI 11.306, ὁ δὲ ἐπὶ τούτῳ δεινοπαθήσας Aesop.51.

Greek Monotonic

δεινοπᾰθέω: μέλ. -ήσω (παθεῖν), παραπονιέμαι μεγαλόφωνα για τις δυστυχίες μου, σε Δημ.