περιαλουργός: Difference between revisions

From LSJ

Δίκαιος ἐὰν ᾖς, πανταχοῦ τῷ τρόπῳ χρήσῃ νόμῳ († λαληθήσῃ) → Si iustus es pro lege tibi mores erunt → Bist du gerecht, ist dein Charakter dir Gesetz (wirst du in aller Munde sein)

Menander, Monostichoi, 135
(32)
(5)
Line 18: Line 18:
{{grml
{{grml
|mltxt=-όν, Α<br />αυτός που έχει πορφυρό [[χρώμα]] σε όλη την [[επιφάνεια]] του.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>περι</i>- <span style="color: red;">+</span> [[ἁλουργός]] «[[πορφυρός]]»].
|mltxt=-όν, Α<br />αυτός που έχει πορφυρό [[χρώμα]] σε όλη την [[επιφάνεια]] του.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>περι</i>- <span style="color: red;">+</span> [[ἁλουργός]] «[[πορφυρός]]»].
}}
{{lsm
|lsmtext='''περιᾰλουργός:''' -όν, αυτός που έχει βυσσινί [[χρώμα]], κακοῖς [[περιαλουργός]], διπλοβαμμένος, [[βαμμένος]] άσχημα, σε Αριστοφ.
}}
}}

Revision as of 01:00, 31 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: περιᾰλουργός Medium diacritics: περιαλουργός Low diacritics: περιαλουργός Capitals: ΠΕΡΙΑΛΟΥΡΓΟΣ
Transliteration A: perialourgós Transliteration B: perialourgos Transliteration C: perialourgos Beta Code: perialourgo/s

English (LSJ)

όν,

   A with purple all round, π. τοῖς κακοῖς double-dyed in villainy, Ar.Ach.856.

German (Pape)

[Seite 568] rings mit Purpur gefärbt, Ar. Ach. 821, ὁ περιαλουργὸς τοῖς κακοῖς, komisch.

French (Bailly abrégé)

ός, όν :
1 teint de pourpre tout autour;
2 p. ext. imprégné de ; fig. κακοῖς imbu de méchanceté.
Étymologie: περί, ἁλουργός.

Greek Monolingual

-όν, Α
αυτός που έχει πορφυρό χρώμα σε όλη την επιφάνεια του.
[ΕΤΥΜΟΛ. < περι- + ἁλουργός «πορφυρός»].

Greek Monotonic

περιᾰλουργός: -όν, αυτός που έχει βυσσινί χρώμα, κακοῖς περιαλουργός, διπλοβαμμένος, βαμμένος άσχημα, σε Αριστοφ.