περιπλώω: Difference between revisions

From LSJ

αἰτῶ δ' ὑγίειαν πρῶτον, εἶτ' εὐπραξίαν, τρίτον δὲ χαίρειν, εἶτ' ὀφείλειν μηδενί → first health, good fortune next, and third rejoicing; last, to owe nought to any man

Source
(5)
(nl)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''περιπλώω:''' Ιων. και ποιητ. αντί [[περιπλέω]].
|lsmtext='''περιπλώω:''' Ιων. και ποιητ. αντί [[περιπλέω]].
}}
{{elnl
|elnltext=περιπλώω Ion. voor περιπλέω.
}}
}}

Revision as of 10:52, 31 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: περιπλώω Medium diacritics: περιπλώω Low diacritics: περιπλώω Capitals: ΠΕΡΙΠΛΩΩ
Transliteration A: periplṓō Transliteration B: periplōō Transliteration C: periploo Beta Code: periplw/w

English (LSJ)

Ion. and poet. for περιπλέω.

German (Pape)

[Seite 588] ion. u. poet. statt περιπλέω, Her. 4, 42. 8, 14.

Greek (Liddell-Scott)

περιπλώω: Ἰων. καὶ ποιητ. ἀντὶ περιπλέω.

French (Bailly abrégé)

ion. c. περιπλέω.
Étymologie: περί, πλώω.

Greek Monolingual

Α
(ιων. τ. και ποιητ. τ.) βλ. περιπλέω.

Greek Monotonic

περιπλώω: Ιων. και ποιητ. αντί περιπλέω.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

περιπλώω Ion. voor περιπλέω.