κροκοβαφής: Difference between revisions

From LSJ

Χωρὶς γυναικὸς ἀνδρὶ κακὸν οὐ γίγνεται → Non ullum sine muliere fit malum viro → Kein Unglück widerfährt dem Mann, der ledig bleibt

Menander, Monostichoi, 541
(5)
(nl)
Line 21: Line 21:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''κροκοβᾰφής:''' -ές, = το προηγ.· μεταφ., ἐπὶ δὲ καρδίαν ἔδραμε κρ. [[σταγών]], στην [[καρδιά]] μου έσταξε η χλωμή, νοσηρή [[σταγόνα]] του αίματος (που προμηνύει θάνατο), σε Αισχύλ.
|lsmtext='''κροκοβᾰφής:''' -ές, = το προηγ.· μεταφ., ἐπὶ δὲ καρδίαν ἔδραμε κρ. [[σταγών]], στην [[καρδιά]] μου έσταξε η χλωμή, νοσηρή [[σταγόνα]] του αίματος (που προμηνύει θάνατο), σε Αισχύλ.
}}
{{elnl
|elnltext=κροκοβαφής -ές [κρόκος] saffraankleurig:. κ. σταγών saffraankleurige druppel Aeschl. Ag. 1121.
}}
}}

Revision as of 11:20, 31 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κροκοβᾰφής Medium diacritics: κροκοβαφής Low diacritics: κροκοβαφής Capitals: ΚΡΟΚΟΒΑΦΗΣ
Transliteration A: krokobaphḗs Transliteration B: krokobaphēs Transliteration C: krokovafis Beta Code: krokobafh/s

English (LSJ)

ές, = foreg., Sch.Pi.N.1.58: metaph., ἐπὶ δὲ καρδίαν ἔδραμε κ. σταγών the

   A sallow, sickly blood-drop such as might be supposed to run to the heart of dying men, A.Ag.1121 (lyr.).

German (Pape)

[Seite 1511] ές, dasselbe; χλαμύς Philostr. p. 888. – Auch σταγών, Aesch. Ag. 1092, vom bleich gewordenen Blute der Furchterfüllten.

French (Bailly abrégé)

ής, ές :
teint avec du safran, de couleur jaune.
Étymologie: κρόκος, βάπτω.

Greek Monolingual

-ές (Α κροκοβαφής, -ές)
κροκόβαπτος
αρχ.
κιτρινωπός, ωχρός («ἐπὶ δὲ καρδίαν κροκοβαφὴς δράμε σταγών», Αισχύλ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < κρόκος + βαφής < βάπτω (πρβλ. καρνο-βαφής, κοκκο-βαφής].

Greek Monotonic

κροκοβᾰφής: -ές, = το προηγ.· μεταφ., ἐπὶ δὲ καρδίαν ἔδραμε κρ. σταγών, στην καρδιά μου έσταξε η χλωμή, νοσηρή σταγόνα του αίματος (που προμηνύει θάνατο), σε Αισχύλ.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

κροκοβαφής -ές [κρόκος] saffraankleurig:. κ. σταγών saffraankleurige druppel Aeschl. Ag. 1121.