κατάβα: Difference between revisions
From LSJ
οἵτινες πόλιν μίαν λαβόντες εὐρυπρωκτότεροι πολύ τῆς πόλεος ἀπεχώρησαν ἧς εἷλον τότε → after taking a single city they returned home, with arses much wider than the city they captured
(5) |
(2b) |
||
Line 10: | Line 10: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''κατάβα:''' αντί [[κατάβηθι]], προστ. αορ. βʹ του [[καταβαίνω]]. | |lsmtext='''κατάβα:''' αντί [[κατάβηθι]], προστ. αορ. βʹ του [[καταβαίνω]]. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''κατάβᾱ:''' Arph. (= [[κατάβηθι]]) 2 л. imper. aor. 2 к [[καταβαίνω]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 12:00, 31 December 2018
Greek (Liddell-Scott)
κατάβα: ἀντὶ κατάβηθι, προστ. ἀορ. β΄ τοῦ καταβαίνω.
French (Bailly abrégé)
2ᵉ sg. impér. ao.2 att. de καταβαίνω.
Greek Monolingual
(I)
κατάβα(ν) και κατέβα, τὸ (Μ)
κατέβασμα, κάθοδος.
[ΕΤΥΜΟΛ. Ουσιαστικοποιημένη προστ. αορ. του καταβαίνω.———————— (II)
κατάβα (Α)
(ποιητ. τ. β' εν. προσ. προστ. αορ. β' αντί κατάβηθι)
κατέβα.
Greek Monotonic
κατάβα: αντί κατάβηθι, προστ. αορ. βʹ του καταβαίνω.