ἤνπερ: Difference between revisions

From LSJ

κνέφας δὲ τέμενος αἰθέρος λάβῃ → and darkness had covered the region of the sky

Source
(4)
(2b)
Line 27: Line 27:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἤνπερ:''' συγγενές με το [[εἴπερ]], όπως η [[σχέση]] του <i>ἢν</i> ([[ἐάν]]) προς το <i>εἰ</i>, σε Ξεν.
|lsmtext='''ἤνπερ:''' συγγενές με το [[εἴπερ]], όπως η [[σχέση]] του <i>ἢν</i> ([[ἐάν]]) προς το <i>εἰ</i>, σε Ξεν.
}}
{{elru
|elrutext='''ἤνπερ:''' conj. если только: ἤ. κρατῶμεν Xen. если бы только мы победили (= если победим).
}}
}}

Revision as of 14:52, 31 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἤνπερ Medium diacritics: ἤνπερ Low diacritics: ήνπερ Capitals: ΗΝΠΕΡ
Transliteration A: ḗnper Transliteration B: ēnper Transliteration C: inper Beta Code: h)/nper

English (LSJ)

related to εἴπερ, as ἤν (ἐάν) to εἰ, X.An.3.2.21.

German (Pape)

[Seite 1173] s. ἐάν.

Greek (Liddell-Scott)

ἤνπερ: ἔχον σχέσιν πρὸς τὸ εἴπερ, οἵαν τὸ ἢν (ἐὰν) πρὸς τὸ εἰ, Ξεν. Ἀν. 3. 2, 21.

French (Bailly abrégé)

conj.
si toutefois, avec le sbj.
Étymologie: ἤν¹, περ.

English (Autenrieth)

see ἤν and πέρ.

Greek Monolingual

ἤνπερ (Α)
εάν βεβαίως.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ην «αν» + βεβ. μόριο -περ, πρβλ. ό-περ].

Greek Monotonic

ἤνπερ: συγγενές με το εἴπερ, όπως η σχέση του ἢν (ἐάν) προς το εἰ, σε Ξεν.

Russian (Dvoretsky)

ἤνπερ: conj. если только: ἤ. κρατῶμεν Xen. если бы только мы победили (= если победим).