ἀρτίδακρυς: Difference between revisions

From LSJ

νόησε δὲ δῖος Ὀδυσσεὺς σαίνοντάς τε κύνας, περί τε κτύπος ἦλθε ποδοῖινgodly Odysseus heard the fawning of dogs, and on top of that came the beat of two feet

Source
(3)
(1b)
Line 27: Line 27:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἀρτίδακρυς:''' -υ ([[δάκρυ]]), αυτός που [[μόλις]] δάκρυσε, [[έτοιμος]] να δακρύσει, σε Ευρ.
|lsmtext='''ἀρτίδακρυς:''' -υ ([[δάκρυ]]), αυτός που [[μόλις]] δάκρυσε, [[έτοιμος]] να δακρύσει, σε Ευρ.
}}
{{elru
|elrutext='''ἀρτίδακρυς:''' 2, gen. υος только что плакавший или готовый заплакать Eur., Luc.
}}
}}

Revision as of 17:16, 31 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀρτίδακρυς Medium diacritics: ἀρτίδακρυς Low diacritics: αρτίδακρυς Capitals: ΑΡΤΙΔΑΚΡΥΣ
Transliteration A: artídakrys Transliteration B: artidakrys Transliteration C: artidakrys Beta Code: a)rti/dakrus

English (LSJ)

υ,

   A ready to weep, E.Med.903, Luc.Lex.4.

German (Pape)

[Seite 362] (δάκρυ), der eben geweint hat, od. weinen will, Eur. Med. 903; Luc. Lexiph. 4.

Greek (Liddell-Scott)

ἀρτίδακρυς: υ, ὁ ἄρτι δακρύων ἢ ἕτοιμος νὰ χύσῃ δάκρυα, Ἑλμσλ. ἐν Εὐρ. Μηδ. 873 (903), ἀντὶ ἀρίδακρυς (ἴδε Ἕρμαν.), πρβλ. Λουκ. Λεξιφ. 4.

French (Bailly abrégé)

υς, υ ; gén. υος;
qui vient de pleurer ou prêt à pleurer.
Étymologie: ἄρτι, δάκρυ.

Spanish (DGE)



• Prosodia: [-ῐ-]
que está a punto de llorar A.Fr.415b, ἀ. εἰμι καὶ φόβου πλέα E.Med.903, cf. Luc.Lex.4.

Greek Monolingual

ἀρτίδακρυς, -υ (Α)
αυτός που είναι έτοιμος να δακρύσει.
[ΕΤΥΜΟΛ. < αρτι- + -δακρυς < δάκρυ (πρβλ. απειρόδακρυς, αρίδακρυς)].

Greek Monotonic

ἀρτίδακρυς: -υ (δάκρυ), αυτός που μόλις δάκρυσε, έτοιμος να δακρύσει, σε Ευρ.

Russian (Dvoretsky)

ἀρτίδακρυς: 2, gen. υος только что плакавший или готовый заплакать Eur., Luc.