ἀφιλοχρηματία: Difference between revisions
αἰθὴρ δ᾽ ἐλαφραῖς πτερύγων ῥιπαῖς ὑποσυρίζει (Aeschylus, Prometheus Bound 126) → The bright air fanned | whistles and shrills with rapid beat of wings.
(3) |
(1b) |
||
Line 27: | Line 27: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''ἀφῐλοχρηματία:''' ἡ, [[περιφρόνηση]] χρημάτων, σε Πλούτ. | |lsmtext='''ἀφῐλοχρηματία:''' ἡ, [[περιφρόνηση]] χρημάτων, σε Πλούτ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''ἀφιλοχρηματία:''' ἡ нелюбостяжательность, презрение к богатству Plut. | |||
}} | }} |
Revision as of 17:44, 31 December 2018
English (LSJ)
ἡ,
A contempt for riches, Plu.Comp.Ag.Gracch.1, Socr.Ep.5.2:— hence Adj. ἀφῐλό-ᾰτος, ον, Ph.2.458, Eun.Hist.p.243 D.
German (Pape)
[Seite 412] ἡ, Verachtung des Reichthums, Plut. Comp. Ag. et Graech. 1.
Greek (Liddell-Scott)
ἀφῐλοχρηματία: ἡ, καταφρόνησις τῶν χρημάτων, Πλουτ. Ἄιγιδος καὶ Γράκχ. Σύγκρ. 1: - τὸ ἐπίθ. ἀφῐλοχρήματος, ον, Εὐνάπ. σ. 44.
French (Bailly abrégé)
ας (ἡ) :
mépris ou indifférence pour les richesses.
Étymologie: ἀ, φιλοχρήματος.
Spanish (DGE)
-ας, ἡ
desprecio de las riquezas o bienes materiales ἡ Γράγχων ἀ. Plu.Comp.TG CG 1, προσδεῖται πόλεμος καρτερίας καὶ ἀφιλοχρηματίας Socr.Ep.5.2.
Greek Monolingual
η (AM ἀφιλοχρηματία)
η καταφρόνηση των χρημάτων.
Greek Monotonic
ἀφῐλοχρηματία: ἡ, περιφρόνηση χρημάτων, σε Πλούτ.
Russian (Dvoretsky)
ἀφιλοχρηματία: ἡ нелюбостяжательность, презрение к богатству Plut.