μεσουράνησις: Difference between revisions

From LSJ

Θησαυρός ἐστι τῶν κακῶν κακὴ γυνή → Ingens mali thesaurus est mulier mala → Ein Schatz an allem Schlechten ist ein schlechtes Weib

Menander, Monostichoi, 233
(5)
(1ba)
Line 21: Line 21:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''μεσουράνησις:''' ἡ ([[οὐρανός]]), η [[θέση]] του ήλιου στον ουρανό κατά το [[μεσημέρι]], σε Στράβ.
|lsmtext='''μεσουράνησις:''' ἡ ([[οὐρανός]]), η [[θέση]] του ήλιου στον ουρανό κατά το [[μεσημέρι]], σε Στράβ.
}}
{{mdlsj
|mdlsjtxt=μεσ-ουράνησις, ιος, ἡ, [[οὐρανός]]<br />the sun's [[place]] in meridian, Strab.
}}
}}

Revision as of 13:35, 9 January 2019

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μεσουρᾰνησις Medium diacritics: μεσουράνησις Low diacritics: μεσουράνησις Capitals: ΜΕΣΟΥΡΑΝΗΣΙΣ
Transliteration A: mesouránēsis Transliteration B: mesouranēsis Transliteration C: mesouranisis Beta Code: mesoura/nhsis

English (LSJ)

εως, ἡ,

   A culmination, Str.2.1.18 (pl.), Gem.2.21, al., Ptol.Alm.8.4 (pl.), Plot.3.1.5 (pl.).

German (Pape)

[Seite 140] ἡ, das Culminiren der Sonne um Mittag, auch die Mittagslinie, Strab. II, 75 u. Sp.

Greek (Liddell-Scott)

μεσουράνησις: ἡ, ἡ τοῦ ἡλίου θέσις ἐν τῷ μεσημβρινῷ, Στράβ. 75.

French (Bailly abrégé)

εως (ἡ) :
arrivée d’un astre, particul. du soleil, au méridien.
Étymologie: μεσουρανέω.

Greek Monotonic

μεσουράνησις: ἡ (οὐρανός), η θέση του ήλιου στον ουρανό κατά το μεσημέρι, σε Στράβ.

Middle Liddell

μεσ-ουράνησις, ιος, ἡ, οὐρανός
the sun's place in meridian, Strab.