σύμβλημα: Difference between revisions
From LSJ
Ἰατρὸς ἀδόλεσχος ἐπὶ τῇ νόσῳ νόσος → Medicus loquax, secundus aegro morbus est → Ein Arzt, der schwätzt, verdoppelt nur der Krankheit Last
m (Text replacement - "<span class="sense"><p>" to "<span class="sense">") |
m (Text replacement - " <span class="bld">" to "<span class="bld">") |
||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=symvlima | |Transliteration C=symvlima | ||
|Beta Code=su/mblhma | |Beta Code=su/mblhma | ||
|Definition=ατος, τό, <span class="sense"> | |Definition=ατος, τό, <span class="sense"><span class="bld">A</span> [[joint]], [[seam]], <span class="bibl">LXX <span class="title">Is.</span>41.7</span>. </span><span class="sense"><span class="bld">II</span> <b class="b2">assault-at-arms, gymnastic contest</b>, POxy.42.2 (iv A.D.).</span> | ||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape |
Revision as of 12:10, 31 December 2020
English (LSJ)
ατος, τό, A joint, seam, LXX Is.41.7. II assault-at-arms, gymnastic contest, POxy.42.2 (iv A.D.).
German (Pape)
[Seite 978] τό, Verbindung, Fuge, LXX.
Greek (Liddell-Scott)
σύμβλημα: τό, ἕνωσις, συναφή, ῥαφή, Ἑβδ. (Ἡσαΐ. ΜΑ΄, 7).
Greek Monolingual
το, ΝΑ συμβάλλω
νεοελλ.
1. καθένα από τα κομμάτια ενός συνόλου, όπως λ.χ. του ιστού του πλοίου
2. ο σύνδεσμος που ενώνει τα κομμάτια αυτά
αρχ.
1. ένωση, ραφή
2. γυμναστικός αγώνας.
Greek Monolingual
το, ΝΑ συμβάλλω
νεοελλ.
1. καθένα από τα κομμάτια ενός συνόλου, όπως λ.χ. του ιστού του πλοίου
2. ο σύνδεσμος που ενώνει τα κομμάτια αυτά
αρχ.
1. ένωση, ραφή
2. γυμναστικός αγώνας.