ἑβδομαῖος: Difference between revisions

From LSJ

Γυνὴ γὰρ οὐδὲν οἶδε πλὴν ὃ βούλεται → Scit, quod cupiscit, femina, ulterius nihil → Denn eine Frau versteht nur, was sie will, sonst nichts

Menander, Monostichoi, 87
m (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")
Tags: Mobile edit Mobile web edit
m (Text replacement - "αῑο" to "αῖο")
Line 23: Line 23:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=-α, -ο (AM ἑβδομαῑος, -α, -ον)<br /><b>1.</b> αυτός που γίνεται την έβδομη [[μέρα]]<br /><b>2.</b> [[έβδομος]]<br /><b>3.</b> (για πυρετό) αυτός που επανέρχεται [[κάθε]] έβδομη [[μέρα]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> αυτός που έχει [[ηλικία]] [[επτά]] ημερών<br /><b>2.</b> <b>το ουδ. ως ουσ.</b> <i>τὸ ἑβδομαῑον</i><br />μηνιαία [[γιορτή]] [[προς]] τιμήν του Απόλλωνος.
|mltxt=-α, -ο (AM ἑβδομαῖος, -α, -ον)<br /><b>1.</b> αυτός που γίνεται την έβδομη [[μέρα]]<br /><b>2.</b> [[έβδομος]]<br /><b>3.</b> (για πυρετό) αυτός που επανέρχεται [[κάθε]] έβδομη [[μέρα]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> αυτός που έχει [[ηλικία]] [[επτά]] ημερών<br /><b>2.</b> <b>το ουδ. ως ουσ.</b> <i>τὸ ἑβδομαῖον</i><br />μηνιαία [[γιορτή]] [[προς]] τιμήν του Απόλλωνος.
}}
}}
{{lsm
{{lsm

Revision as of 08:45, 14 March 2021

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἑβδομαῖος Medium diacritics: ἑβδομαῖος Low diacritics: εβδομαίος Capitals: ΕΒΔΟΜΑΙΟΣ
Transliteration A: hebdomaîos Transliteration B: hebdomaios Transliteration C: evdomaios Beta Code: e(bdomai=os

English (LSJ)

α, ον, A on the seventh day, ἱδρώς Hp.Aph.4.36; ἑ. πυρετός a fever recurring every seven days, Id.Epid.1.24: ἑ. τραγῳδοί Luc.Hist.Conscr.1: with a Verb, διεφθείροντο ἑβδομαῖοι Th.2.49, cf. X.HG5.3.19, Plu.Galb.7; ἑ. ἡμέρα PSI6.690 (i/ii A.D.). 2 seven days old, τράγος Horap.1.48. II ἑβδομ-αῖον, τό, monthly festival of Apollo, IG22.1357 (iv B.C.), cf. ἑβδομαγέτης: pl., Schwyzer 687 B4 (Chios, vii/vi B.C.), 726.6 (Milet., v B. C.).

German (Pape)

[Seite 699] am siebenten Tage, z. B. διεφθείροντο ἑβδομαῖοι Thuc. 2, 49; Xen. Hell. 5, 3, 19; – πυρετός, das am siebenten Tage wiederkehrt, Medic. ἑβδομάκις, siebenmal, Call. Del. 251.

Greek (Liddell-Scott)

ἑβδομαῖος: -α, -ον, κατὰ τὴν ἑβδόμην ἡμέραν, ἱδρὼς Ἱππ. Ἀφ. 1250· ἑβδ. πυρετός, ἐπανερχόμενος κατὰ πᾶσαν ἑβδόμην ἡμέραν, ὁ αὐτ. Ἐπιδημ. τὸ α΄, 961· - μετὰ ῥήματος, ἑβδομαῖοι διεφθείροντο Θουκ. 2. 49, πρβλ. Ξεν. Ἑλλ. 5. 3, 19, κτλ.

French (Bailly abrégé)

α, ον :
qui vient, se fait ou se produit le 7ᵉ jour.
Étymologie: ἑβδόμη.

Spanish (DGE)

-α, -ον

• Alolema(s): dor. ἑβδεμ- IG 42.122.26 (Epidauro IV a.C.); tes. ἑτδομ- SEG 35.492 (Atrax III/II a.C.)
I 1que llega o se presenta al séptimo día ἱδρῶτες Hp.Aph.4.36, τραγῳδοί Luc.Hist.Cons.1
epít. de Apolo Hebdomeo, e.e., nacido el séptimo día del mes SEG l.c.
que aparece cada siete días, de la fiebre septana Hp.Epid.1.24
en uso pred. al séptimo día διεφθείροντο ... ἑβδομαῖοι Th.2.49, cf. X.HG 5.3.19, ἀνηῦρε τὸμ παῖδα ἑβδεμαῖον IG l.c., ἧκεν ... ἐ. Plu.Galb.7, cf. Plb.10.9.7, Luc.Nau.7, Arr.An.1.7.5.
2 séptimo ἡμέρα PSI 690.12 (I/II d.C.), cf. Vett.Val.28.8, 11, ἑ. ἐκδίκησιν δώσει será el séptimo en vengarse Sm.Ge.4.24.
4 que tiene siete días τράγος Horap.1.48.
II neutr. sg. subst. τὸ ἑ. Hebdomeo sacrificio mensual celebrado el día séptimo de cada mes en honor a Apolo IG 22.1357b.8 (IV a.C.)
tb. plu. τὰ Ἑ. Hebdomeos mismo sent. SEG 16.485.16 (Quíos VI a.C.)
en Mileto fiesta anual de varios días tb. en honor a Apolo Milet 1(3).133.6, 21 (V a.C.).

Greek Monolingual

-α, -ο (AM ἑβδομαῖος, -α, -ον)
1. αυτός που γίνεται την έβδομη μέρα
2. έβδομος
3. (για πυρετό) αυτός που επανέρχεται κάθε έβδομη μέρα
αρχ.
1. αυτός που έχει ηλικία επτά ημερών
2. το ουδ. ως ουσ. τὸ ἑβδομαῖον
μηνιαία γιορτή προς τιμήν του Απόλλωνος.

Greek Monotonic

ἑβδομαῖος: -α, -ον, αυτός που γίνεται την έβδομη μέρα, σε Θουκ., Ξεν.

Russian (Dvoretsky)

ἑβδομαῖος: происходящий или приходящийся на седьмой день Thuc., Arst.: ἑ. ἀφ᾽ οὗ ἔκαμεν ἐτελεύτησε Xen. он умер на седьмой день болезни; ἑ. ἧκεν Plut. он пришел на седьмой день.

Middle Liddell

ἑβδομαῖος, η, ον
on the seventh day, Thuc., Xen.