ἀπροβούλευτος: Difference between revisions
ὦ ξεῖν', ἀγγέλλειν Λακεδαιμονίοις ὅτι τῇδε κείμεθα τοῖς κείνων ῥήμασι πειθόμενοι → go tell the Spartans, stranger passing by, that here, obedient to their laws, we lie | go tell the Spartans, thou that passest by, that here obedient to their words we lie
m (Text replacement - " <span class="bld">" to "<span class="bld">") |
mNo edit summary |
||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=aprovoyleftos | |Transliteration C=aprovoyleftos | ||
|Beta Code=a)probou/leutos | |Beta Code=a)probou/leutos | ||
|Definition=ον, < | |Definition=ον,<br><span class="bld">A</span> [[unpremeditated]], Arist.EN1135b11; λόγοι Thphr. Char.3.1; [[not deliberated upon]], D.H.4.72, J.BJ3.5.6.<br><span class="bld">2</span> not [[submit]]ted to the [[βουλή]], D.22.5, Hyp.Fr.231, Plu.Sol.19; of the Roman Senate, App.BC1.59.<br><span class="bld">II</span> Act., [[without]] [[forethought]] or [[premeditation]], Arist.EN1151a3, Ceb.8. Adv. [[ἀπροβουλεύτως]] Pl.Lg.867a, 867b; [[ἀπροβουλεύτως]] τοῦ [[ἀποκτεῖναι]] = [[without purpose of]] .., ib.866e. | ||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape | ||
Line 14: | Line 14: | ||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἀπροβούλευτος''': -ον, μὴ σχεδιασθείς ἐκ τῶν προτέρων, μὴ προμελετηθείς, ἀπροαίρετα δὲ ὅσα ἀπροβούλευτα Ἀριστ. Ἠθ. 5. 8, 5· [[ἀδολεσχία]] ἐστὶ [[διήγησις]] λόγων μακρῶν καὶ ἀπροβουλεύτων Θεοφρ. Χαρ. 3. 2) μὴ ὑποβληθείς εἰς τὴν βουλήν, Δημ. 594. 23, Ὑπερείδ. παρὰ Πολυδ. ς΄, 144· ἴδε Ἑρμάνν. Πολ. Ἀρχ. 125. 8. ΙΙ. ἐνεργ., ὁ [[ἄνευ]] προμελέτης, Ἀριστ. Ἠθ. Ν. 7. 8, 2· [[ἀπερίσκεπτος]], Κέβητος Πίναξ 8: - Ἐπίρρ. | |lstext='''ἀπροβούλευτος''': -ον, μὴ σχεδιασθείς ἐκ τῶν προτέρων, μὴ προμελετηθείς, ἀπροαίρετα δὲ ὅσα ἀπροβούλευτα Ἀριστ. Ἠθ. 5. 8, 5· [[ἀδολεσχία]] ἐστὶ [[διήγησις]] λόγων μακρῶν καὶ ἀπροβουλεύτων Θεοφρ. Χαρ. 3. 2) μὴ ὑποβληθείς εἰς τὴν βουλήν, Δημ. 594. 23, Ὑπερείδ. παρὰ Πολυδ. ς΄, 144· ἴδε Ἑρμάνν. Πολ. Ἀρχ. 125. 8. ΙΙ. ἐνεργ., ὁ [[ἄνευ]] προμελέτης, Ἀριστ. Ἠθ. Ν. 7. 8, 2· [[ἀπερίσκεπτος]], Κέβητος Πίναξ 8: - Ἐπίρρ. [[ἀπροβουλεύτως]] Πλάτ. Νόμ. 867Α. Β· ἀπρ. τοῦ ἀποκτεῖναι…, χωρὶς νὰ ἔχῃ σκοπὸν νά…, [[αὐτόθι]] 866Β. | ||
}} | }} | ||
{{bailly | {{bailly | ||
Line 20: | Line 20: | ||
}} | }} | ||
{{DGE | {{DGE | ||
|dgtxt=-ον<br /><b class="num">I</b> de cosas<br /><b class="num">1</b> [[que no ha sido deliberado previamente]] ἀπροαίρετα δὲ ὅσα ἀπροβούλευτα Arist.<i>EN</i> 1135<sup>b</sup>11<br /><b class="num">•</b>[[que no tiene reflexión previa]] λόγος Thphr.<i>Char</i>.3.1, ἀφεῖσθαι ... ἀπροβούλευτον dejar sin considerar</i> D.H.4.72, cf. I.<i>BI</i> 3.98.<br /><b class="num">2</b> [[que no se ha sometido a la deliberación de la]] [[βουλή]] (ψήφισμα) D.22.5, ἔταξε ... μηδὲν ἐᾶν ἀπροβούλευτον εἰς ἐκκλησίαν εἰσφέρεσθαι Plu.<i>Sol</i>.19, cf. Hyp.<i>Fr</i>.231, del senado romano, App.<i>BC</i> 1.59.<br /><b class="num">II</b> de pers. [[que obra sin deliberación previa]] Arist.<i>EN</i> 1151<sup>a</sup>3, Ceb.8.<br /><b class="num">III</b> adv. | |dgtxt=-ον<br /><b class="num">I</b> de cosas<br /><b class="num">1</b> [[que no ha sido deliberado previamente]] ἀπροαίρετα δὲ ὅσα ἀπροβούλευτα Arist.<i>EN</i> 1135<sup>b</sup>11<br /><b class="num">•</b>[[que no tiene reflexión previa]] λόγος Thphr.<i>Char</i>.3.1, ἀφεῖσθαι ... ἀπροβούλευτον dejar sin considerar</i> D.H.4.72, cf. I.<i>BI</i> 3.98.<br /><b class="num">2</b> [[que no se ha sometido a la deliberación de la]] [[βουλή]] (ψήφισμα) D.22.5, ἔταξε ... μηδὲν ἐᾶν ἀπροβούλευτον εἰς ἐκκλησίαν εἰσφέρεσθαι Plu.<i>Sol</i>.19, cf. Hyp.<i>Fr</i>.231, del senado romano, App.<i>BC</i> 1.59.<br /><b class="num">II</b> de pers. [[que obra sin deliberación previa]] Arist.<i>EN</i> 1151<sup>a</sup>3, Ceb.8.<br /><b class="num">III</b> adv. [[ἀπροβουλεύτως]] = [[sin deliberar]] ταῖς ὀργαῖς ... χρώμενος ἀ. Pl.<i>Lg</i>.867a, cf. 867b, Aristox.<i>Fr</i>.41, ἀ. τοῦ ἀποκτεῖναι sin intención de matar</i> Pl.<i>Lg</i>.866e. | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
Line 26: | Line 26: | ||
}} | }} | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''ἀπροβούλευτος:''' -ον ([[προβουλεύω]]),<br /><b class="num">I. 1.</b> αυτός που δεν έχει προσχεδιασθεί, δεν έχει προαποφασισθεί, δεν έχει προμελετηθεί, σε Αριστ.<br /><b class="num">2.</b> αυτός που δεν έχει υποβληθεί στη <i>βουλήν</i>, σε Δημ.<br /><b class="num">II.</b> Ενεργ., αυτός που ενεργεί [[χωρίς]] [[προμελέτη]], σε Αριστ.· επίρρ. | |lsmtext='''ἀπροβούλευτος:''' -ον ([[προβουλεύω]]),<br /><b class="num">I. 1.</b> αυτός που δεν έχει προσχεδιασθεί, δεν έχει προαποφασισθεί, δεν έχει προμελετηθεί, σε Αριστ.<br /><b class="num">2.</b> αυτός που δεν έχει υποβληθεί στη <i>βουλήν</i>, σε Δημ.<br /><b class="num">II.</b> Ενεργ., αυτός που ενεργεί [[χωρίς]] [[προμελέτη]], σε Αριστ.· επίρρ. [[ἀπροβουλεύτως]], σε Πλάτ. | ||
}} | }} | ||
{{elru | {{elru | ||
Line 32: | Line 32: | ||
}} | }} | ||
{{mdlsj | {{mdlsj | ||
|mdlsjtxt=[[προβουλεύω]]<br /><b class="num">I.</b> not planned [[beforehand]], [[unpremeditated]], Arist.<br /><b class="num">2.</b> not submitted to the [[βουλή]], Dem.<br /><b class="num">II.</b> act. without [[forethought]], Arist.:—adv. | |mdlsjtxt=[[προβουλεύω]]<br /><b class="num">I.</b> not planned [[beforehand]], [[unpremeditated]], Arist.<br /><b class="num">2.</b> not submitted to the [[βουλή]], Dem.<br /><b class="num">II.</b> act. without [[forethought]], Arist.:—adv. [[ἀπροβουλεύτως]], Plat. | ||
}} | }} |
Revision as of 12:13, 4 April 2021
English (LSJ)
ον,
A unpremeditated, Arist.EN1135b11; λόγοι Thphr. Char.3.1; not deliberated upon, D.H.4.72, J.BJ3.5.6.
2 not submitted to the βουλή, D.22.5, Hyp.Fr.231, Plu.Sol.19; of the Roman Senate, App.BC1.59.
II Act., without forethought or premeditation, Arist.EN1151a3, Ceb.8. Adv. ἀπροβουλεύτως Pl.Lg.867a, 867b; ἀπροβουλεύτως τοῦ ἀποκτεῖναι = without purpose of .., ib.866e.
German (Pape)
[Seite 338] nicht vorbedacht, nicht überlegt, unabsichtlich, Arist. Eth. 5, 8; – adv., ἀποκτεῖναι Plat. Legg. IX, 866 e. – Bei Dem. 22, 5 was nicht vorher vom Senat durch ein προβούλευμα gebilligt ist; vgl. Plut. Sol. 19; Dion. Hal. 4, 72.
Greek (Liddell-Scott)
ἀπροβούλευτος: -ον, μὴ σχεδιασθείς ἐκ τῶν προτέρων, μὴ προμελετηθείς, ἀπροαίρετα δὲ ὅσα ἀπροβούλευτα Ἀριστ. Ἠθ. 5. 8, 5· ἀδολεσχία ἐστὶ διήγησις λόγων μακρῶν καὶ ἀπροβουλεύτων Θεοφρ. Χαρ. 3. 2) μὴ ὑποβληθείς εἰς τὴν βουλήν, Δημ. 594. 23, Ὑπερείδ. παρὰ Πολυδ. ς΄, 144· ἴδε Ἑρμάνν. Πολ. Ἀρχ. 125. 8. ΙΙ. ἐνεργ., ὁ ἄνευ προμελέτης, Ἀριστ. Ἠθ. Ν. 7. 8, 2· ἀπερίσκεπτος, Κέβητος Πίναξ 8: - Ἐπίρρ. ἀπροβουλεύτως Πλάτ. Νόμ. 867Α. Β· ἀπρ. τοῦ ἀποκτεῖναι…, χωρὶς νὰ ἔχῃ σκοπὸν νά…, αὐτόθι 866Β.
French (Bailly abrégé)
ος, ον :
I. 1 non prémédité, irréfléchi;
2 non précédé d’une délibération devant le Conseil;
II. imprévoyant, irréfléchi.
Étymologie: ἀ, προβουλεύομαι.
Spanish (DGE)
-ον
I de cosas
1 que no ha sido deliberado previamente ἀπροαίρετα δὲ ὅσα ἀπροβούλευτα Arist.EN 1135b11
•que no tiene reflexión previa λόγος Thphr.Char.3.1, ἀφεῖσθαι ... ἀπροβούλευτον dejar sin considerar D.H.4.72, cf. I.BI 3.98.
2 que no se ha sometido a la deliberación de la βουλή (ψήφισμα) D.22.5, ἔταξε ... μηδὲν ἐᾶν ἀπροβούλευτον εἰς ἐκκλησίαν εἰσφέρεσθαι Plu.Sol.19, cf. Hyp.Fr.231, del senado romano, App.BC 1.59.
II de pers. que obra sin deliberación previa Arist.EN 1151a3, Ceb.8.
III adv. ἀπροβουλεύτως = sin deliberar ταῖς ὀργαῖς ... χρώμενος ἀ. Pl.Lg.867a, cf. 867b, Aristox.Fr.41, ἀ. τοῦ ἀποκτεῖναι sin intención de matar Pl.Lg.866e.
Greek Monolingual
-η, -ο (Α ἀπροβούλευτος, -ον)
αυτός που δεν έχει προμελετηθεί, ο απροσχεδίαστος
αρχ.
1. αυτός που δεν έχει υποβληθεί στη βουλή
2. ο χωρίς προμελέτη, απερίσκεπτος.
Greek Monotonic
ἀπροβούλευτος: -ον (προβουλεύω),
I. 1. αυτός που δεν έχει προσχεδιασθεί, δεν έχει προαποφασισθεί, δεν έχει προμελετηθεί, σε Αριστ.
2. αυτός που δεν έχει υποβληθεί στη βουλήν, σε Δημ.
II. Ενεργ., αυτός που ενεργεί χωρίς προμελέτη, σε Αριστ.· επίρρ. ἀπροβουλεύτως, σε Πλάτ.
Russian (Dvoretsky)
ἀπροβούλευτος:
1) действующий необдуманно, непреднамеренно Arst.;
2) не обдуманный заранее, непроизвольный Arst.;
3) не подвергшийся предварительному рассмотрению в βουλή (см.) Dem., Plut.
Middle Liddell
προβουλεύω
I. not planned beforehand, unpremeditated, Arist.
2. not submitted to the βουλή, Dem.
II. act. without forethought, Arist.:—adv. ἀπροβουλεύτως, Plat.