γραόμορφος: Difference between revisions

From LSJ

οὐ μακαριεῖς τὸν γέροντα, καθ' ὅσον γηράσκων τελευτᾷ, ἀλλ' εἰ τοῖς ἀγαθοῖς συμπεπλήρωται· ἕνεκα γὰρ χρόνου πάντες ἐσμὲν ἄωροι → do not count happy the old man who dies in old age, unless he is full of goods; in fact we are all unripe in regards to time

Source
(8)
 
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=ο<br />αυτός που μοιάζει με [[γριά]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[γραυς]] (<i>γραός</i>) <span style="color: red;">+</span> -<i>μορφος</i> <span style="color: red;"><</span> [[μορφή]] (<b>[[πρβλ]].</b> [[άμορφος]], [[γυναικόμορφος]], [[δύσμορφος]]). Η λ. [[γραόμορφος]] μαρτυρείται από το 1880 στον Φλοξ ([[ψευδώνυμο]] του Ιωάννη Καμπούρογλου)].
|mltxt=ο<br />αυτός που μοιάζει με [[γριά]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[γραυς]] (<i>γραός</i>) <span style="color: red;">+</span> -<i>μορφος</i> <span style="color: red;"><</span> [[μορφή]] ([[πρβλ]]. [[άμορφος]], [[γυναικόμορφος]], [[δύσμορφος]]). Η λ. [[γραόμορφος]] μαρτυρείται από το 1880 στον Φλοξ ([[ψευδώνυμο]] του Ιωάννη Καμπούρογλου)].
}}
}}

Latest revision as of 08:32, 23 August 2021

Greek Monolingual

ο
αυτός που μοιάζει με γριά.
[ΕΤΥΜΟΛ. < γραυς (γραός) + -μορφος < μορφή (πρβλ. άμορφος, γυναικόμορφος, δύσμορφος). Η λ. γραόμορφος μαρτυρείται από το 1880 στον Φλοξ (ψευδώνυμο του Ιωάννη Καμπούρογλου)].