εὔπυγος: Difference between revisions

From LSJ

ἀλλὰ μὴν καὶ ἀναπαύσεώς γε δεομένοις ἡμῖν νύκτα παρέχουσι κάλλιστον ἀναπαυτήριον → and again, we need rest; and therefore the gods grant us the welcome respite of night

Source
m (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
Line 17: Line 17:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=[[εὔπυγος]], -ον (Α)<br />αυτός που έχει ωραίους γλουτούς, ο [[καλλίπυγος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ευ</i> <span style="color: red;">+</span> -<i>πυγος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[πυγή]] «γλουτοί»), <b>[[πρβλ]].</b> <i>ά</i>-<i>πυγος</i>, <i>καλλί</i>-<i>πυγος</i>].
|mltxt=[[εὔπυγος]], -ον (Α)<br />αυτός που έχει ωραίους γλουτούς, ο [[καλλίπυγος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ευ</i> <span style="color: red;">+</span> -<i>πυγος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[πυγή]] «γλουτοί»), [[πρβλ]]. <i>ά</i>-<i>πυγος</i>, <i>καλλί</i>-<i>πυγος</i>].
}}
}}

Revision as of 09:13, 23 August 2021

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: εὔπῡγος Medium diacritics: εὔπυγος Low diacritics: εύπυγος Capitals: ΕΥΠΥΓΟΣ
Transliteration A: eúpygos Transliteration B: eupygos Transliteration C: eypygos Beta Code: eu)/pugos

English (LSJ)

ον, (πυγή) A well-shaped in the hinder parts, Herm. ap. Stob. 1.49.45 (Comp.), Poll.2.184.

German (Pape)

[Seite 1092] mit schönem Hintern, Poll. 2, 184.

Greek (Liddell-Scott)

εὔπῡγος: -ον, (πυγὴ) ἔχων καλήν πυγήν, καλῶς ἐσχηματισμένα ὀπίσθια, Ἑρμῆς ἐν Στοβ. Ἐκλογ. 1. 992, Πολυδ. Β΄, 184: πρ…. καλλίπυγος.

Greek Monolingual

εὔπυγος, -ον (Α)
αυτός που έχει ωραίους γλουτούς, ο καλλίπυγος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ευ + -πυγος (< πυγή «γλουτοί»), πρβλ. ά-πυγος, καλλί-πυγος].