εἰκοσαπλάσιος: Difference between revisions
ἀκίνδυνοι δ' ἀρεταὶ οὔτε παρ' ἀνδράσιν οὔτ' ἐν ναυσὶ κοίλαις τίμιαι → but excellence without danger is honored neither among men nor in hollow ships
m (LSJ1 replacement) |
m (Text replacement - "v. l." to "v.l.") |
||
Line 23: | Line 23: | ||
}} | }} | ||
{{elru | {{elru | ||
|elrutext='''εἰκοσαπλάσιος:''' двадцатикратный, в двадцать раз превосходящий (τινος Plat. - v. l. ἑπτακαιεικοσιπλάσιος). | |elrutext='''εἰκοσαπλάσιος:''' двадцатикратный, в двадцать раз превосходящий (τινος Plat. - [[varia lectio|v.l.]] ἑπτακαιεικοσιπλάσιος). | ||
}} | }} |
Revision as of 11:30, 9 January 2022
English (LSJ)
α, ον, = εἰκοσαπλασίων (twentyfold), Aristarch. Sam. 7, Procl. Hyp. 3.68.
German (Pape)
[Seite 727] zwanzigfach, Plut. fac. orb. lun. 10.
Greek (Liddell-Scott)
εἰκοσαπλάσιος: -α, -ον, = εἰκοσαπλοῦς, Θεολ. Ἀριθμ. 40.
Spanish (DGE)
-α, -ον
veinte veces mayor en tamaño τὸ ἀπόστημα ὃ ἀπέχει ὁ ἥλιος ἀπὸ τῆς γῆς ... ἔλασσον δὲ ἢ εἰκοσαπλάσιον Aristarch.Sam.Hyp.7, cf. Ti.Locr.96c.212, Procl.Hyp.3.68, Olymp.in Mete.135.36, Simp.in Ph.951.20
•en cantidad ὀρόβους ... λειοτριβήσας εἰκοσαπλασίῳ μέλιτι Gal.14.366.
Greek Monolingual
-α, -ο (AM εἰκοσαπλάσιος, -α, -ον)
είκοσι φορές μεγαλύτερος ή περισσότερος.
Russian (Dvoretsky)
εἰκοσαπλάσιος: двадцатикратный, в двадцать раз превосходящий (τινος Plat. - v.l. ἑπτακαιεικοσιπλάσιος).