ἀναξιφόρμιγξ: Difference between revisions

From LSJ

ψυχῆς πείρατα ἰὼν οὐκ ἂν ἐξεύροιο πᾶσαν ἐπιπορευόμενος ὁδόν· οὕτω βαθὺν λόγον ἔχει → one would never discover the limits of soul, should one traverse every road—so deep a measure does it possess

Source
m (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3")
m (Text replacement - "<br \/>   <b>1<\/b> (?s)(?!.*<br \/><b>)(?!.* <b>)" to "")
Line 14: Line 14:
}}
}}
{{Slater
{{Slater
|sltr=<b>ἀναξῐφόρμιγξ</b> <br />&nbsp;&nbsp;&nbsp;<b>1</b> [[ruling]] the [[lyre]] [[ἀναξιφόρμιγγες]] ὕμνοι (O. 2.1)
|sltr=<b>ἀναξῐφόρμιγξ</b> [[ruling]] the [[lyre]] [[ἀναξιφόρμιγγες]] ὕμνοι (O. 2.1)
}}
}}
{{DGE
{{DGE

Revision as of 11:40, 3 September 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀναξιφόρμιγξ Medium diacritics: ἀναξιφόρμιγξ Low diacritics: αναξιφόρμιγξ Capitals: ΑΝΑΞΙΦΟΡΜΙΓΞ
Transliteration A: anaxiphórminx Transliteration B: anaxiphorminx Transliteration C: anaksiformigks Beta Code: a)nacifo/rmigc

English (LSJ)

ιγγος, ὁ, ἡ, ruling the lyre, ἀναξιφόρμιγγες ὕμνοι Pi. O.2.1.

French (Bailly abrégé)

ιγγος (ὁ, ἡ)
roi de la lyre ; LSJ dirigé par la lyre.
Étymologie: ἄναξ, φόρμιγξ.

English (Slater)

ἀναξῐφόρμιγξ ruling the lyre ἀναξιφόρμιγγες ὕμνοι (O. 2.1)

Spanish (DGE)

-ιγγος
• Prosodia: [ᾰ-]
que señorea la lira ὕμνοί Pi.O.2.1, ἀ[ναξιφόρ] μιγγος Οὐρ[αν] ίας B.4.7.

Greek Monolingual

ἀναξιφόρμιγξ (-ιγγος), ο, η (Α)
(για ύμνους) αυτός που κατευθύνει το παίξιμο της φόρμιγγος, της λύρας.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ἄναξ + φόρμιγξ.

Greek Monotonic

ἀναξιφόρμιγξ: -ιγγος, ὁ, ἡ, αυτός που άρχεται από τη φόρμιγγα ή τη λύρα, σε Πίνδ.

Russian (Dvoretsky)

ἀναξιφόρμιγξ: ιγγος adj. направляемый формингой, т. е. исполняемый в сопровождении форминги (ὕμνοι Pind.).

Middle Liddell

ruled by the lyre, Pind.