καταφάνεια: Difference between revisions

From LSJ

κορυδός ἐν ἀμούσοις φθέγγεται → a lark sings amid the songless | in the land of the blind, the one-eyed man is king | in the country of the blind, the one-eyed man is king | in the valley of the blind, the one-eyed man is king

Source
m (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
Line 9: Line 9:
|Beta Code=katafa/neia
|Beta Code=katafa/neia
|Definition=[<b class="b3">ᾰν], ἡ</b>, <span class="sense"><span class="bld">A</span> [[clearness]], κ. καὶ γαλήνη Plu.2.914f. </span><span class="sense"><span class="bld">II</span> [[manifestness]], <b class="b3">κ. ποιεῖν ἐν τοῖς λόγοις</b> ib.715f.</span>
|Definition=[<b class="b3">ᾰν], ἡ</b>, <span class="sense"><span class="bld">A</span> [[clearness]], κ. καὶ γαλήνη Plu.2.914f. </span><span class="sense"><span class="bld">II</span> [[manifestness]], <b class="b3">κ. ποιεῖν ἐν τοῖς λόγοις</b> ib.715f.</span>
}}
{{bailly
|btext=ας (ἡ) :<br />clarté, transparence.<br />'''Étymologie:''' [[καταφανής]].
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''καταφάνεια''': ἡ, τὸ καθαρῶς φαίνεσθαι, [[ἐνάργεια]], [[διαφάνεια]], [[διαύγεια]], Πλούτ. 2. 914F· διαύγειαν καὶ κ. ταῖς ὄψεσι διδόντες 915F·- [[σαφήνεια]], τὸ κατάδηλον ἤθους καὶ πάθους, κ. ποιεῖν ἐν τοῖς λόγοις, = πᾶν [[ἦθος]] καταφανὲς ποιεῖν ὁ αὐτ. 715F.
|lstext='''καταφάνεια''': ἡ, τὸ καθαρῶς φαίνεσθαι, [[ἐνάργεια]], [[διαφάνεια]], [[διαύγεια]], Πλούτ. 2. 914F· διαύγειαν καὶ κ. ταῖς ὄψεσι διδόντες 915F·- [[σαφήνεια]], τὸ κατάδηλον ἤθους καὶ πάθους, κ. ποιεῖν ἐν τοῖς λόγοις, = πᾶν [[ἦθος]] καταφανὲς ποιεῖν ὁ αὐτ. 715F.
}}
{{bailly
|btext=ας (ἡ) :<br />clarté, transparence.<br />'''Étymologie:''' [[καταφανής]].
}}
}}
{{grml
{{grml

Revision as of 22:25, 1 October 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: καταφάνεια Medium diacritics: καταφάνεια Low diacritics: καταφάνεια Capitals: ΚΑΤΑΦΑΝΕΙΑ
Transliteration A: katapháneia Transliteration B: kataphaneia Transliteration C: katafaneia Beta Code: katafa/neia

English (LSJ)

[ᾰν], ἡ, A clearness, κ. καὶ γαλήνη Plu.2.914f. II manifestness, κ. ποιεῖν ἐν τοῖς λόγοις ib.715f.

French (Bailly abrégé)

ας (ἡ) :
clarté, transparence.
Étymologie: καταφανής.

Greek (Liddell-Scott)

καταφάνεια: ἡ, τὸ καθαρῶς φαίνεσθαι, ἐνάργεια, διαφάνεια, διαύγεια, Πλούτ. 2. 914F· διαύγειαν καὶ κ. ταῖς ὄψεσι διδόντες 915F·- σαφήνεια, τὸ κατάδηλον ἤθους καὶ πάθους, κ. ποιεῖν ἐν τοῖς λόγοις, = πᾶν ἦθος καταφανὲς ποιεῖν ὁ αὐτ. 715F.

Greek Monolingual

καταφάνεια, ἡ (Α) καταφανής
1. καθαρότητα, διαφάνεια
2. σαφήνεια, ενάργεια.

Russian (Dvoretsky)

καταφάνεια: (φᾰ) ἡ ясность, прозрачность Plut.