συμβελής: Difference between revisions

From LSJ

τὰν ἐπὶ τᾶς → Either with this or on this | Come back victorious or dead

Plutarch, Moralia, 241
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
m (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2")
Line 15: Line 15:
{{bailly
{{bailly
|btext=ής, ές :<br />accablé <i>ou</i> criblé de traits.<br />'''Étymologie:''' [[σύν]], [[βέλος]].
|btext=ής, ές :<br />accablé <i>ou</i> criblé de traits.<br />'''Étymologie:''' [[σύν]], [[βέλος]].
}}
{{elru
|elrutext='''συμβελής:''' [[пораженный многими стрелами]] Polyb.
}}
}}
{{ls
{{ls
Line 24: Line 27:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''συμβελής:''' -ές, αυτός που έχει χτυπηθεί συγχρόνως από [[πολλά]] βέλη, σε Πολύβ.
|lsmtext='''συμβελής:''' -ές, αυτός που έχει χτυπηθεί συγχρόνως από [[πολλά]] βέλη, σε Πολύβ.
}}
{{elru
|elrutext='''συμβελής:''' [[пораженный многими стрелами]] Polyb.
}}
}}
{{mdlsj
{{mdlsj
|mdlsjtxt=συμ-βελής, ές<br />hit by [[several]] arrows at [[once]], Polyb.
|mdlsjtxt=συμ-βελής, ές<br />hit by [[several]] arrows at [[once]], Polyb.
}}
}}

Revision as of 15:55, 3 October 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: συμβελής Medium diacritics: συμβελής Low diacritics: συμβελής Capitals: ΣΥΜΒΕΛΗΣ
Transliteration A: symbelḗs Transliteration B: symbelēs Transliteration C: symvelis Beta Code: sumbelh/s

English (LSJ)

ές, (βέλος) hit by several arrows at once, Plb.1.40.13.

German (Pape)

[Seite 978] ές, von mehrern Pfeilen zugleich getroffen, Pol. 1, 40, 13.

French (Bailly abrégé)

ής, ές :
accablé ou criblé de traits.
Étymologie: σύν, βέλος.

Russian (Dvoretsky)

συμβελής: пораженный многими стрелами Polyb.

Greek (Liddell-Scott)

συμβελής: -ές, (βέλος) ὁ ὑπὸ πολλῶν ὁμοῦ βελῶν πεπληγμένος, συμβελῆ γιγνόμενα τὰ θηρία διεταράχθη Πολύβ. 1. 40, 13· ἀλλαχοῦ καταβελής.

Greek Monolingual

-ές, Α
χτυπημένος από πολλά βέλη.
[ΕΤΥΜΟΛ. < συν- + -βελής (< βέλος), πρβλ. εμ-βελής, κατα-βελής].

Greek Monotonic

συμβελής: -ές, αυτός που έχει χτυπηθεί συγχρόνως από πολλά βέλη, σε Πολύβ.

Middle Liddell

συμ-βελής, ές
hit by several arrows at once, Polyb.