πλατύρρους: Difference between revisions

From LSJ

ὁ ναύτης ὁ ἐν τῇ νηῒ μένων βούλεται τοὺς τέτταρας φίλους ἰδεῖν → the sailor staying on the ship wants to see his four friends

Source
m (LSJ2 replacement)
m (Text replacement - "εῑ" to "εῖ")
Line 14: Line 14:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=-ουν και -οος, -οον, Α<br />(<b>ποιητ. τ.</b>) (για ποταμούς) αυτός που έχει πλατύ [[ρεύμα]] («ὅς καρπώσεται ὅσην [[πλατύρρους]] Νεῑλος ἀρδεύει χθόνα», <b>Αισχύλ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>πλατύ</i>- <span style="color: red;">+</span> [[ῥόος]], [[ῥοῦς]] (<span style="color: red;"><</span> ῥέω)].
|mltxt=-ουν και -οος, -οον, Α<br />(<b>ποιητ. τ.</b>) (για ποταμούς) αυτός που έχει πλατύ [[ρεύμα]] («ὅς καρπώσεται ὅσην [[πλατύρρους]] Νεῖλος ἀρδεύει χθόνα», <b>Αισχύλ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>πλατύ</i>- <span style="color: red;">+</span> [[ῥόος]], [[ῥοῦς]] (<span style="color: red;"><</span> ῥέω)].
}}
}}
{{elnl
{{elnl
|elnltext=πλατύρρους -ουν, contr. [πλατύς, ῥοῦς] met brede stroom.
|elnltext=πλατύρρους -ουν, contr. [πλατύς, ῥοῦς] met brede stroom.
}}
}}

Revision as of 09:45, 13 October 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πλατύρρους Medium diacritics: πλατύρρους Low diacritics: πλατύρρους Capitals: ΠΛΑΤΥΡΡΟΥΣ
Transliteration A: platýrrous Transliteration B: platyrrous Transliteration C: platyrrous Beta Code: platu/rrous

English (LSJ)

-ουν, contr. for πλατύρροος.

French (Bailly abrégé)

ους, ουν :
contr. att.
au large courant.
Étymologie: πλατύς, ῥέω.

Greek Monolingual

-ουν και -οος, -οον, Α
(ποιητ. τ.) (για ποταμούς) αυτός που έχει πλατύ ρεύμα («ὅς καρπώσεται ὅσην πλατύρρους Νεῖλος ἀρδεύει χθόνα», Αισχύλ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < πλατύ- + ῥόος, ῥοῦς (< ῥέω)].

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

πλατύρρους -ουν, contr. [πλατύς, ῥοῦς] met brede stroom.