κλισιάδες: Difference between revisions

From LSJ
m (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2")
m (Text replacement - "<b class="num">(\d+)\)" to "<b class="num">$1")
 
Line 11: Line 11:
}}
}}
{{elru
{{elru
|elrutext='''κλῐσιάδες:''' или [[κλεισιάδες]] αἱ<br /><b class="num">1)</b> [[ворота]] Plut.;<br /><b class="num">2)</b> [[вход]], [[доступ]] Her., Plut.
|elrutext='''κλῐσιάδες:''' или [[κλεισιάδες]] αἱ<br /><b class="num">1</b> [[ворота]] Plut.;<br /><b class="num">2</b> [[вход]], [[доступ]] Her., Plut.
}}
}}
{{ls
{{ls

Latest revision as of 14:40, 25 November 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κλισιάδες Medium diacritics: κλισιάδες Low diacritics: κλισιάδες Capitals: ΚΛΙΣΙΑΔΕΣ
Transliteration A: klisiádes Transliteration B: klisiades Transliteration C: klisiades Beta Code: klisia/des

English (LSJ)

v. κλεισιάδες.

Russian (Dvoretsky)

κλῐσιάδες: или κλεισιάδες αἱ
1 ворота Plut.;
2 вход, доступ Her., Plut.

Greek (Liddell-Scott)

κλῐσιάδες: -αἱ, (κλίνω) δικλίδες, ἤτοι συμπτυσσόμεναι πύλαι ἢ θύραι, Πλουτ. Ποπλικ. 20, Φίλων 1. 520, κτλ.· (ὡσαύτως, κλ. θύραι Διον. Ἁλ. 5. 39)· ― μεταφ., μεγάλαι κλισιάδες ἀναπεπτέαται... τῷ Πέρσῃ, εὐρεῖα εἴσοδος, Ἡρόδ. 9. 9. ― Ἀλλ’ ὁ Dind. προτιμᾷ τὴν γραφήν, κλεισιάδες, ἐκ τοῦ κλείω, ἴδε κλισίον ἐν τέλ.

Greek Monotonic

κλῐσιάδες: αἱ (κλίνω), πόρτες ή πύλες που αναδιπλώνουν, σε Πλούτ.· μεταφ., τρόπος εισόδου, πρόσβαση, σε Ηρόδ.

Middle Liddell

κλίνω
folding doors or gates, Plut.: —metaph. a means of entrance, access, Hdt.