γραμμάτιον: Difference between revisions
ἐὰν δ' ἔχωμεν χρήμαθ', ἕξομεν φίλους → if we have money, then we will have friends | if we have money, we shall have friends
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{.*}}\n)({{elru.*}}\n)({{elnl.*}}\n)" to "$4$3$2$1") |
|||
Line 20: | Line 20: | ||
}} | }} | ||
{{elnl | {{elnl | ||
|elnltext=[[γραμμάτιον]] -ου, τό en [[γραμματεῖον]] [[γράμμα]] officieel document, petitie. | |elnltext=[[γραμμάτιον]] -ου, τό en [[γραμματεῖον]] [[γράμμα]] [[officieel document]], [[petitie]]. | ||
}} | }} | ||
{{elru | {{elru |
Revision as of 13:41, 29 November 2022
English (LSJ)
τό, Dim. of γράμμα, Luc.Merc.Cond.36. II = γραμματεῖον, bond, contract, POxy.71.5 (iv A. D.).
Spanish (DGE)
-ου, τό
1 escrito breve, carta Charito 5.7.5, ἡ δὲ Μαντὼ ... γράφει γ. πρὸς τὸν Ἁβροκόμην X.Eph.2.5.1, ἐσφραγισμένον γ. Aesop.295, ἐγγράψαντα καὶ κατασημηνάμενον τὸ γ. πέμψαι ... εἰς Ἐκβατάνα Arr.An.7.18.2, ὁ Τουτίλας γράψας γραμμάτια πολλά Procop.Goth.3.9.20
•nota, esquela amorosa τοῦ μοιχοῦ Luc.Merc.Cond.36, cf. DMeretr.10.2
•libelo Iul.ad Ath.283b
•escrito, moción en la asamblea Syn.Ep.66 (p.107.9, cf. 18).
2 documento de diversos tipos, esp. contractual τὸ γ. τῆς ἀπελευθερώσεως el acta de manumisión Char.5.7.4, ἐντολιμαῖον γ. documento de autorización, poder, procuración, PMasp.161.15 (VI d.C.), ὑποθηκιμαῖον γ. contrato pignoraticio, PYoutie 92.18 (VI d.C.), ἀγοραῖον γ. contrato de venta, PMasp.168.11 (VI d.C.)
•obligación, título de deuda ἀπῄτησα Πανεμγέα χωρὶς οὐδενὸς γραμμα[τίου] δραχ(μὰς) ὀγδοήκοντα PWürzb.22.6 (II d.C.), κατὰ δύο γραμμάτια ὡμολόγησεν ἔχειν μου παρακαταθήκην POxy.71.5 (IV d.C.), κύριον τὸ γ. ἁπλοῦν γραφέν la obligación, redactada en copia única, es válida, POxy.1891.20 (V d.C.), cf. PSI 1122.29 (VI d.C.).
German (Pape)
[Seite 504] τό, dim. von γράμμα, Schriftchen (vgl. γραμματεῖον), Luc. Merc. cond. 36 u. sonst bei Sp.
French (Bailly abrégé)
ου (τό) :
dim. de γράμμα.
Dutch (Woordenboekgrieks.nl)
γραμμάτιον -ου, τό en γραμματεῖον γράμμα officieel document, petitie.
Russian (Dvoretsky)
γραμμάτιον: τό записочка, письмецо Luc.
Greek Monotonic
γραμμάτιον: τό, υποκορ. του γράμμα, σε Λουκ.
Greek (Liddell-Scott)
γραμμάτιον: τό, ὑποκορ. τοῦ γράμμα, Λουκ. Μισθ. Συν. 36.
Middle Liddell
[Dim. of γράμμα, Luc.]