δεκαγονία: Difference between revisions

From LSJ

πρῶτον μὲν οὖν ὄστρεια παρὰ Νηρεῖ τινι ἰδὼν γέροντι φυκί ἠμφιεσμένα ἔλαβον ἐχίνους τ' ἐστὶ γὰρ προοίμιον δείπνου χαριέντως ταῦτα πεπρυτανευμένου → So first I spotted oysters wrapped in seaweed at the shop of some old Nereus, and sea urchins, which I bought; these were the appetizers for a delightfully managed dinner

Source
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{.*}}\n)({{elnl.*}}\n)({{elru.*}}\n)" to "$3$4$1$2")
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(elnltext.*?\]) ([a-zA-Z' ]+)(\.)\n" to "$1 $2$3 ")
Line 20: Line 20:
}}
}}
{{elnl
{{elnl
|elnltext=δεκαγονία -ας, ἡ [δέκα, γονή] tiende generatie.
|elnltext=δεκαγονία -ας, ἡ [δέκα, γονή] [[tiende generatie]].
}}
}}
{{elru
{{elru

Revision as of 13:46, 29 November 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: δεκαγονία Medium diacritics: δεκαγονία Low diacritics: δεκαγονία Capitals: ΔΕΚΑΓΟΝΙΑ
Transliteration A: dekagonía Transliteration B: dekagonia Transliteration C: dekagonia Beta Code: dekagoni/a

English (LSJ)

ἡ, the tenth generation, Luc. Herm.77.

Spanish (DGE)

-ας, ἡ
la décima generación μηδ' ἂν εἰς δεκαγονίαν ἀναγάγῃς ni si te remontas a la décima generación Luc.Herm.77.

German (Pape)

[Seite 542] ἡ, Fortpflanzung bis ins zehnte Glied, Luc. Hermot. 77.

French (Bailly abrégé)

ας (ἡ) :
dixième génération.
Étymologie: δέκα, γονή.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

δεκαγονία -ας, ἡ [δέκα, γονή] tiende generatie.

Russian (Dvoretsky)

δεκᾰγονία:десятое поколение Luc.

Greek (Liddell-Scott)

δεκαγονία: ἡ, ἡ δεκάτη γενεά, Λουκ. Ἑρμοτ. 77.

Greek Monolingual

δεκαγονία, η (Α)
η δέκατη γενιά.
[ΕΤΥΜΟΛ. < δέκα + γονία < -γονος < -γόνος.

Greek Monotonic

δεκαγονία: ἡ (γένος), δέκατη γενεά, σε Λουκ.

Middle Liddell

γένος
the tenth generation, Luc.