πανάγαθος: Difference between revisions

From LSJ

Εὐδαίμονες οἷσι κακῶν ἄγευστος αἰών → Blessed are those whose lives have no taste of suffering

Sophocles, Antigone, 583
m (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})(\n{{elnl.*}})" to "$4$3$1$2")
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(elnltext.*?\]) ([a-zA-Z' ]+)(\.)\n" to "$1 $2$3 ")
Line 14: Line 14:
}}
}}
{{elnl
{{elnl
|elnltext=πανάγαθος -ον [πᾶς, ἀγαθός] helemaal goed.
|elnltext=πανάγαθος -ον [πᾶς, ἀγαθός] [[helemaal goed]].
}}
}}
{{elru
{{elru

Revision as of 13:49, 29 November 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πανάγᾰθος Medium diacritics: πανάγαθος Low diacritics: πανάγαθος Capitals: ΠΑΝΑΓΑΘΟΣ
Transliteration A: panágathos Transliteration B: panagathos Transliteration C: panagathos Beta Code: pana/gaqos

English (LSJ)

[ᾰγ], ον, also η, ον, absolutely good, Cratin.434, Pl.Ep.354e, Simp.in Epict.p.76 D.

German (Pape)

[Seite 455] auch 3 Endgn, Cratin. bei Poll. 6, 163, ganz, vollkommen gut, Plat. epist. VIII, 354 e u. Sp. Vgl. πανάριστος.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

πανάγαθος -ον [πᾶς, ἀγαθός] helemaal goed.

Russian (Dvoretsky)

πᾰνάγᾰθος: (ᾰγ) отличный, превосходный Plat.

Greek (Liddell-Scott)

πᾰνάγᾰθος: -ον, καὶ η, ον, ὡς καὶ νῦν, ὅλως ἀγαθός, Κρατῖν. ἐν Ἀδήλ. 114, Πλάτ. Ἐπιστ. 354Ε. - πᾰνᾰγᾰθία, ἡ, τελεία ἀγαθότης, Θεάγης παρὰ Στοβ. 8. 57.

Greek Monolingual

-η, -ο (ΑΜ πανάγαθος, -ον, Α θηλ. και -η)
αγαθός σε υπέρτατο βαθμό, γεμάτος καλοσύνη
νεοελλ.-μσν.
(το αρσ. και ως κύριο όν.) προσωνυμία του Θεού.
[ΕΤΥΜΟΛ. < παν- + ἀγαθός.